[(Αθανασίου Ϛαγειρίτου
«ΩΓΥΓΙΑ»)]

- - - - - - - - -
ΚΕΦΑ'ΛΑΙΟΝ Γ'.
Κοσμογονία και Θεογονία Αιγυπτίων.

α'. Ο Σαγχουνιάθων λέγει οτι ο Ερμής έμεινε βασιλεύς της Αιγύπτου · ο δε Φίλων και άλλοι πολλοί, οτι ο Ερμής εύρε τα γράμματα και την ιϛορίαν, και η Κοσμογονία των Φοινίκων ήτον επίννοια του Ερμού, του πρώτου φιλοσόφου του κόσμου (α). Την αυτήν άρα Κοσμογονίαν πρέπει να ζητήσωμεν και εις την Αίγυπτον · η και ολίγον τι διαφορετική κατά Διόδωρον · ο Διόδωρος όμως δεν αποφασίζει την γνώμην εκείνην μόνον των Αιγυπτίων, αλλά των νομιμωτάτων φυσιολόγων και ιϛορικών · εκ δε των παρεπομένων εις το περί ζωογονίας, φαίνεται οτι την αυτήν γνώμην είχον και οι Αιγύπτιοι. Τοιαύτας δε γνώμας περί Κοσμογονίας και Θεογονίας των εθνών, εσύναξαν πολλάς [(φοράς)] οι υπερασπιϛαί του χριϛιανισμού, και μάλιϛα ο Ευσέβιος, δια να αποδείξωσι την [(κατά την γνώμη τους)] πλάνην των αρχαίων. Ομοίως και ο Κύριλλος εν τοις κατά Ιουλιανού.
- - - - - - - - -
(α) Ευρίσκεται εν τω χρονικώ πασχαλίω της Βυζαντίδος, οτι ο Ερμής ούτος είχεν ορθάς ιδέας περί Θεού, αποδείξας εις διαφόρους προς τον Ασκληπιόν λόγους αυτού, τας τρεις μεγίϛας δυνάμεις της μιάς θεότητος · όθεν ωνομάσθη και Τρισμέγιϛος. Τούτους δε τους λόγους εξέδωκεν ο Φραγκίσκος ο Πατρίκιος εν τη Παναρχία αυτού · είναι δε οι λόγοι είκοσι των οποίων γράφει μερικούς μεν προς τον υιόν αυτού Τατ ωνομαζόμενον · κ' μερικούς προς τον Άμμωνα · τους πλείϛους όμως προς τον Ασκληπιόν · εις τον πρώτον λόγον, ο οποίος επιγράφεται, περί ευσεβείας κ' φιλοσοφίας, άρχεται προς τον υιόν αυτού διαλογικώς ούτως.

"Εγώ, ω τέκνον, κ' της φιλανθρωπίας ένεκα, κ' της προς θεόν ευσεβείας, πρώτον το δε συγγράφω · ουδεμία γαρ αν γένοιτο δικαιοτέρα ευσέβεια, η το νοήσαι τα όντα κ' χάριν τω ποιήσαντι υπέρ τούτων ομολογήσαι, όπερ διατελών ου παύσομαι. Τι ουν αντις πράτ
[(τ)]ων, ω πάτερ, ει μηδέν εϛίν αληθές, ενθάδε, λέγει ο υιός, καλώς διαγάγή τον βίον; Ευσέβει, ω τέκνον · ο δ' ευσεβών, άκρως φιλοσοφεί · χωρίς γαρ φιλοσοφίας άκρως ευσεβήσαι αδύνατον · ο δε μαθών οία έϛι κ' πως διατέτακται, κ' υπό τινος, κ' ένεκεν τίνος, χάριν τω δημιουργώ ως πατρί αγαθώ, κ' τροφεί χρηϛώ, κ' επιτρόπω πιϛώ, ομολογήσει · ο δε χάριν ομολογών ευσεβήσει · ο δ' ευσεβών είσεται κ' που εϛίν η αλήθεια". κ. τ. [(λ.)]


β'. Λέγει δε ο Διόδωρος οτι εις την αρχήν ο Ουρανός και η Γη είχον μίαν μορφήν, και ύλην μεμιγμένην
· ύϛερον δε διεχωρίσθησαν τα σώματα απ' αλλήλων, και εσχηματίσθη ο κόσμος εις την ορωμένην ήδη κατάϛασιν. Διότι ο μεν αήρ έμεινεν εις κίνησιν αείδιον, και το πυρώδες μέρος αυτού ανέβη εις τα υψηλότατα μέρη, δια την ελαφρότητα, και εξ εκείνου εσχηματίσθη ο Ήλιος και τα άϛρα, και έμειναν και αυτά εις κίνησιν αείδιον. Το δε γεώδες, υγρόν και θολερόν μέρος της ύλης, έμεινε κατώτερον, δια την βαρύτητα · έπειτα δε, συνωθούμενον και συϛρεφόμενον εν εαυτώ συνεχώς, εχωρίσθη, και εκ μεν των υγρών εσχηματίσθη η Θάλασσα, εκ δε των ϛερεωτέρων μερών η Γη, πηλώδης παντελώς και απαλή, και ύϛερον έπηξε κατ' ολίγον υπό της θερμότητος του Ηλίου · πηγνυουμένη δε και αναζυμουμένη η επιφάνεια, ανέδωκε τινά υγρά εξογκώματα εις πολλά μέρη, εις τα οποία έγιναν σηπεδόνες, σαπήσματα της ύλης, περιτετυλιγμένα με λεπτούς υμένας, τουτέϛιν, με δέρματα τινα λεπτά ως τα υφάσματα της αράχνης, καθώς γίνεται πάντοτε εις τους υγρούς και ελώδεις τόπους, όταν είναι η Γη πεπαγωμένη, και έπειτα φυσήση εξαίφνης άνεμος θερμός, και ουχί κατ' ολίγον θερμαινόμενος · εις ταύτας λοιπόν τας σηπεδόνας εγεννήθησαν ζώα παντοδαπά, ϛερεούμενα την ημέραν υπό της θερμότητος, και τρεφόμενα την νύκτα υπό της πιπτούσης υγρασίας, έως ού ήυξησαν και εσχηματίσθησαν · έπειτα έσχισαν τους υμένας και εξήλθον.

γ. Επιφέρει δε και μαρτυρίαν, λέγων, ότι μετά την πλημμύραν του Νείλου, γίνονται κατά την Θηβαΐδα της Αιγύπτου πλήθη ποντικών και άλλων διαφόρων μικρών ζώων εις τας σηπεδόνας, κατά τον ειρημένον τρόπον. Και μάλι
ϛα μερικοί ποντικοί δεν προφθάνουν να σχηματισθούν εντελώς, επειδή ξηραίνεται ευθύς η σηπεδόνα, υπό της σφοδράς θερμότητος του Ηλίου. Και ούτω μένει το μισόν μέρος ποντικός εσχηματισμένος, και το άλλο βώλος γης ξηρός · και κινούμενος ο ποντικός, σύρει και τον βώλον. Τοιαύτην λέγει λοιπόν την ζωογονίαν. Όσα δε ζώα είχον περισσότερον θερμόν, έγιναν πτηνά, και όσα περισσότερον γεώδες, έμειναν εις την Γην · και όσα είχον περισσότερον υγρόν, έγιναν ένυδρα. Αφ' ου δε εξηράνθησαν όλαι εκείναι αι σηπεδόνες, δεν γίνονται πλέον ούτω ζώα μεγάλα · αλλά γίνονται μόνον εκ της αλλήλων μίξεως. Εκαυχώντο δε οι Αιγύπτιοι οτι εκεί εγεννήθησαν και ανετράφησαν πρώτον οι άνθρωποι, οικειοποιούμενοι το δικαίωμα τούτο, δια την ευκρασίαν της χώρας, και τους πολλούς αυτοφυείς καρπούς · όλα τα έθνη όμως εκαυχώντο οτι είχον αυτόχθονας.

δ'. Κατά τούτον ουν τον λόγον έλεγον οι Αιγύπτιοι, οτι και οι Θεοί εγεννήθησαν εις την Αίγυπτον πρώτον. Δύο Θεούς όμως εγνώρισαν πρώτον, τον Ήλιον και την Σελήνην, νομίζοντες οτι αυτοί διοικούσι το παν, δια της ευτάκτου και περιοδικής κινήσεως αυτών. Και τον μεν Ήλιον ωνόμαζον Όσιριν
· τουτέϛτι πολυόφθαλμον · επειδή επιβάλλει πανταχού τας ακτίνας αυτού [(σημείωση: κατά τον Πλούταρχο η λέξη ''Όσιρις'' είναι ελληνική σύνθετη που σημαίνει ''Όσιος'' και ''Ιερός'', δηλ. ειναι "ΟσΊερος")]. Όθεν και ο Όμηρος. "Ηέλιος ος πάντ' εφορά". Τινές δε των Ελλήνων ωνόμαζον αυτόν Διόνυσον και Σείριον παρωνύμως · ως ο Εύμολπος.

"Αϛροφαή Διόνυσον εν ακτίνεσι πυρωπόν".

και ο Ορφεύς.

"Τούνεκα μεν καλέουσι Φάνητά τε και Διόνυσον".

Όθεν αφιέρωσαν εις τον Διόνυσον την Νεβρίδα, από της ποικιλίας των
αϛέρων. Την δε Σελήνην ωνόμαζον Ίσιν, οίον παλαιάν, δια την αρχαιότητα αυτής [(σημείωση: κατά τον Πλούταρχο η λέξη ''Ίσις'' είναι ελληνική και σημαίνει ''αυτή που προχωρά'')].

ε'. Ενόμισαν δε και άλλους πέντε Θεούς ύ
ϛερον, τα πέντε ϛοιχεία, ως εκ του Ηλίου και της Σελήνης γενόμενα, και εις ζωογονίαν, αύξησιν και διατήρησιν των όντων συντελούντα · οίον, το πνεύμα, το πυρ, το ξηρόν, το υγρόν και τον αέρα. [(σημείωση: κάπου εδώ ξεκινά να... εδραιώνεται η έκπληξις του ανυποψίαστου αναγνώστη περί των ελληνικών ονομάτων των θεών των ''αιγυπτίων'')] Και το μεν πνεύμα ωνόμασαν Δία, ως αίτιον του ψυχικού μέρους των ζώων · το δε πυρ Ήφαιϛον, διότι συμβάλλει πολύ εις την γένεσιν και τελείαν αύξησιν · το δε ξηρόν, το οποίον είναι η Γη, ωνόμασαν μητέρα, επειδή είναι τροφός πάντων. Ούτως ωνόμαζον δε αυτήν και οι αρχαίοι Έλληνες, ως ο Ορφεύς.

"Γη μήτηρ πάντων, Δημήτηρ πλουτουδότειρα".

Ύ
ϛερον δε μετεβλήθη το Γημήτηρ εις το Δημήτηρ και Δήμητρα. Το δε υγρόν ωνόμαζον Ωκεάνην · όθεν ωνόμασαν και τον Νείλον Ωκεανόν, και παρ αυτόν τον Ωκεανόν έλεγον οτι εγεννήθησαν οι Θεοί · όθεν και ο Όμηρος.

"Ωκεανόν τε Θεών γένεσιν".

και τούτο αληθεύει
· επειδή μόνον εις την Αίγυπτον ευρέθησαν τοσαύται πόλεις κτισμέναι υπό των αρχαίων Θεών [(σημείωση: εδώ γελάμε σχετικά με το "μόνον εις την Αίγυπτον")] · ως η Διός πόλις, Ηλιούπολις, Ερμούπολις, Πανός πόλις, του Απόλλωνος, της Ειλειθυίας, και άλλων πολλών. Τον δε αέρα ωνόμαζον Αθηνάν · όθεν και θυγάτηρ και εκ της κεφαλής του Διός γεγεννημένη, και παρθένος, Γλαυκώπις και Τριτωγένεια. Διότι ο αήρ είναι εις το υψηλότατον μέρος, αδιάφθορος, και γλαυκός φαινόμενος, και μεταβάλλει τρεις φύσεις τον χρόνον · την άνοιξιν συγκερασμένος, το θέρος θερμός και τον χειμώνα ψυχρός · δια τούτο ωνομάζετο ο χρόνος τριμερής τε [(σημείωση: ίσως ήθελε να γράψει ''το")] παλαιόν. Ενόμιζον δε οτι ούτοι οι Θεοί μετεβάλλοντο εις τας μορφάς των Ιερών ζώων, εις ξένων ανθρώπων, ή και εις άλλο τι, και περιήρχοντο όλην την Γην, τους οποίους έβλεπον οι άνθρωποι · οίον τα ϛοιχεία ταύτα είναι πανταχού, συνεργούντα εις την γέννησιν, αύξησιν και διατήρησιν των όντων · τούτο γι[(γ)]νώσκων και ο Όμηρος παρά των Ιερέων της Αιγύπτου, έφη.

"Και τοι Θεοί ξείνοισιν εοικότες αλλοδαποίσι,
Παντοίοι τελέθοντες, επι
ϛροφώσι πόληας".

ϛ'. Τούτους λοιπόν τους επτά Θεούς είχον οι Αιγύπτιοι ουρανίους και αειδίους · ύϛερον δε έγιναν οι εξ ανθρώπων Θεοί, οι οποίοι ωνομάζοντο απο των ονομάτων τούτων · ως ο Ήλιος, Ήφαιϛος, Όσιρις, Ίσις, κ. τ. λ. Και πρώτον λέγουσιν οτι εβασίλευσεν ο Ήλιος εις την Αίγυπτον. Κατ' άλλους δε ο Ήφαιϛος και εύρε το πυρ · και μετά τούτον ο Κρόνος, οϛ τις λαβών γυναίκα την αδελφήν αυτού Ρέαν, εγέννησε τον Όσιριν και την Ίσιν · ή κατ' άλλους τον Δία και την Ήραν, και ο Ζευς εγέννησε τον Όσιριν και την Ίσιν, τον Τυφώνα, Απόλλωνα και Αφροδίτην · ο δε Απόλλων εγέννησε τον Άνουβιν και Μακεδόνα, ως ρηθήσεται εκεί.

ζ'
. Εδόξαζον δε οι Αιγύπτιοι και άλλο ον, το οποίον ωνόμαζον Κνηφ, και εζωγράφιζον αυτό περιφερές ως το ημέτερον θήτα, νομίζοντες τον μεν κύκλον κόσμον, το δε μέσον, όφιν · ευρετής δε και τούτου λέγεται ο Ερμής, οϛ τις παρωμοίασε τον κόσμον με τον όφιν · διότι ο όφις έλεγεν οτι είναι αθάνατος, άνευ πληγής, και εις εαυτόν μόνον αναλίσκεται, και αναζωούται πάλιν · εζωγράφισε δε αυτόν με κεφαλήν Ιέρακος, δια το πρακτικόν και ενεργητικόν του ορνεου · και εκ των Φοινίκων περέλαβον αυτόν ύϛερον οι Αιγύπτιοι και Πέρσαι. Όθεν έλεγεν ο Επήεις ο μέγιϛος Ιεροφάντης και γραμματεύς των Αιγυπτίων, τον οποίον μετέφρασεν εις το Ελληνικόν Άρειος ο Ηρακλεοπολίτης.

"Το πρώτον ον το θειότατον, είναι ο όφις, Ιέρακος μορφήν έχων" εκ τούτου έπλασε και ο Φερεκύδης τον Οφιωνέα Θεόν και τους Οφιωνείδας. Ομοίως και ο Ζωροά
ϛρης είπε · το δε θείον έχει κεφαλήν Ιέρακος · ούτος εϛίν ο πρώτος άφθαρτος, αείδιος, αγέννητος, αμερής, και τα λοιπά · δια τούτο ο όφις ενομίσθη Ιερός και μυϛηριώδης.

[(Tέλος Κεφαλαίου Γ')]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχολιάστε, ρωτήστε, προτείνετε: