[(Αθανασίου Ϛαγειρίτου
«ΩΓΥΓΙΑ»)]

- - - - - - - - -
ΚΕΦΑ'ΛΑΙΟΝ Β'.
Κοσμογονία και Θεογονία Φοινίκων.


α'. Tην Κοσμογονίαν και Θεογονίαν των Φοινίκων έγραψεν ο Σαγχουνιάθων Φοινικι
ϛί, ο οποίος ήτον Φοίνιξ το γένος και Ιεροφάντης της Βηρυττού, πόλεως της Φοινίκης, του νυν Βηρούτι λεγομένου · και έζη προ του Τρωικού πολέμου, κατά τους χρόνους της Σεμιράμιδος, ως λέγει ο Ευσέβιος. Το σύγγραμμα δε τούτο εσώζετο μέχρι του πρώτου αιώνος του χριϛιανισμού, επι της βασιλείας του Αντωνίνου, ότε μετέφρασεν αυτό εις το ελληνικόν ο Φίλων, ουχί ο Ιουδαίος, αλλ' ο Βύβλιος, εκ της πόλεως Βύβλου της Φοινίκης, της νυν Γκεβαήλ λεγομένης. Εχάθη όμως και το πρωτότυπον και η μετάφρασις · και μόνον ο Ευσέβιος εφύλαξέ τινα αποσπασμάτια, αφορώντα εις τον σκοπόν του συγγράμματος αυτού. Τινές δε κριτικοί συμπεραίνουσιν οτι ο μεν Φίλων ενόθευσε το πρωτότυπον, ο δ' Eυσέβιος λέγει οτι την μετάφρασιν ταύτην έκρινε και επήνεσε και ο Πορφύριος.

Έλεγε δε ο Φίλων εις το προοίμιον αυτού, οτι ο Σαγχουνιάθων άνθρωπος πολυμαθής και πολυπράγμων ων, και ποθών να μάθη την αρχήν και ι
ϛορίαν των όντων, εξέτασεν ακριβώς τα συγγράμματα του Τααύτου, γι[(γ)]νώσκων οτι ο Τάαυτος ούτος εύρε πρώτος τα γράμματα και έγραψε και ιϛορίαν των όντων · και οτι η ιϛορία αύτη ήτον αληθής και πραγματική διήγησις των συμβεβηκότων. [(εδώ αρχίζει ένα ακόμη χριστιανικό ξέσπασμα του Σταγειρίτου)] Αλλ' οι δεισιδαίμονες και κενόδοξοι Ιερείς της ειδωλολατρείας, την εφύλαττον μυϛικήν ως μυϛήριον [(ενώ οι "χριστιανοί" ιερείς δεν είναι ούτε δεισιδαίμονες ούτε κενόδοξοι, ούτε αποκρύπτουν μυστικά που δεν λένε στους πιστούς για να τους κρατάνε σε επίπεδο υπανθρώπου)], και μετέβαλον εις αλληγορίας ψυχράς και φυσικάς, τας πραγματικάς αληθείας, εισαγαγόντες ιδέας χιμαιρικάς και μυϛήρια ανύπαρκτα [(''ανύπαρκτα'' μυριάδες, όπως το μυϛήριο του Αναστημένου Διονύσου που πιστεύει και o "χριστιανός" Ϛαγειρίτης πλασαρισμένο όμως ως μυϛήριο του ''Αναστημένου Χριστού'')], και ανέτρεψαν δι όλου εις το μυθώδες εκείνην την αρχαίαν και περίεργον ιϛορίαν · οίον, οι νομιζόμενοι Θεοί των εθνών δεν ήτον ουσίαι μεταφυσικαί και μυϛηριώδεις, αλλ' ήτον άνθρωποι ενάρετοι και ευεργέται των τότε αγρίων και ελεεινών ανθρώπων · και δια τούτο απεθέωσαν αυτούς οι άνθρωποι και ετίμησαν δια τας αρετάς αυτών, εις παρακίνησιν και άλλων · όθεν και εφάνησαν τοσούτοι ευεργέται των δυϛυχών εκείνων ανθρώπων, μιμούμενοι ο εις τον άλλον, και ερεθιζόμενοι εις άμιλλαν δια την δόξαν και τιμήν. [(εδώ συνεχίζει εβραιοχριστιανικό κήρυγμα ο Σταγειρίτης, περίπου έως την επομένη παράγραφο την γ.)] Ως ο Διόνυσος μιμούμενος τον Δία περιήρχετο την οικουμένην ευεργετών τους ανθρώπους. Ο Ηρακλής τον Διόνυσον, ο Θησεύς τον Ηρακλέα, ως και ο Θεμιϛοκλής τον Μιλτιάδην. Και δια τούτο δεν είχον ουδεμίαν επιρροήν οι Θεοί εκείνοι εις τα ανθρώπινα πράγματα, ούτε να βλάψωσιν ούτε να βοηθήσωσιν. Ύϛερον όμως οι δεισιδαίμονες [(κατά την γνώμη του εβραιο-"χριστιανού" Σταγειρίτη)], έδωκαν εις το όνομα του Διός την απόλυτην κυβέρνησιν του παντός, εις του Ποσειδώνος της θαλάσσης, και των άλλων άλλα · αρπαγαί παρθένων [(ενώ αυταί έπρεπε να... "μονάσουν" εβραιο-χριστιανικώς)], και φθοραί [(αυτό που το πας)], και άλλα τοιαύτα ληϛρικά πάθη, ήτον τα έργα των Θεών, των προσκυνουμένων και λατρευομένων υπό του συφερτώδους λαού · είχον μεν ταύτα αλληγορίαν [(πάλι καλά που το αναγνωρίζει, άθλος για "χριστιανό")], αλλ' εγνώριζον αυτήν μόνον οι πεπαιδευμένοι και φιλόσοφοι · ο δ' απλούς άνθρωπος εθυσίαζεν εις τον Ποσειδώνα, δια να παύση η τρικυμία, εις τον Δία δια να βρέξη [(όπως οι "χριστιανοί" κάνουν "λιτανείες" με κόκκαλα νεκρών που ισχυρίζονται οτι είναι λείψανα "άγίων")], εις τον Άρην δια να νικήση, εις την Ήραν δια να υπανδρευθή, εις την Ειλείθυιαν δια να γεννήση ευτυχώς · αύτη δε η λατρεία και το σέβας ανεφέρετο μεν εις την δύναμιν εκείνην, την διακρατούσαν και διατηρούσαν το παν · πλην εκείνοι δεν την εγνώριζον, και ενόμιζον οτι αποδίδουσιν αυτά εις εκείνα τα ονόματα [(ό,τι να' ναι λέει ο άνθρωπος)].

γ'. Λέγει τοίνυν ο Σαγχουνιάθων περί της Κοσμογονίας, κατά την φαντασίαν αυτού ή του προκατόχου αυτού Ερμού, οτι η πρώτη αρχή του κόσμου ήτον αήρ ζωφώδης και πνευματώδης, και χάος άτακτον, θολερόν και ερεβώδες
· το δε πνεύμα του αέρος ερωτεύθη, οίον, ηγάπησε τα πρώτα ϛοιχεία αυτού, και ηνώθη με αυτά, και αύτη η ένωσις ωνομάσθη Πόθος · εκ δε του Πόθου εγεννήθη το Μωτ φοινικιϛί λεγόμενον · οίον, πηλός και μίξις υδατώδης· και αύτη ήτον η αρχή και σπορά όλων των όντων και η γένεσις του παντός. Και πρώτον μεν εγεννήθησαν ζώα αναίσθητα, τα οποία εγέννησαν άλλα αισθαντικά αρσενικά και θηλυκά, άπερ ωνομάσθησαν Ζωφασημίν, οίον, θεαταί του Ουρανού. Αμέσως δε μετά το Μωτ εφάνη ο Ήλιος και η Σελήνη, εις σχήμα ω[(ο)]ειδές, και τα άϛρα. Αφ' ου δε εφωτίσθη και εθερμάνθη ο αήρ, εγεννήθησαν άνεμοι εκ της Γης και της Θαλάσσης και νέφη, τα οποία μετεβλήθησαν εις βροχήν, και κατέκλυσαν την γην. Ταύτα δε τα ύδατα εξατμισθέντα ύϛερον υπό της θερμότητος του Ηλίου · ηνώθησαν πάλιν με τον αέρα · και ωθούμενα υπ' αλλήλων, εγέννησαν τας αϛραπάς και βροντάς, των οποίων ο κρότος εξύπνησε τα αισθαντικά ζώα, και άρχησαν να κινώνται και εις την Γην και εις την Θάλασσαν. Αύτη είναι και η Κοσμογονία του Σαγχουνιάθωνος, την οποίαν προσήρμοσεν εις μερικά ευφυέϛερον του χαλδαίου, εις τας φυσικάς ενεργείας. Άθεος όμως παντελώς · επειδή δεν αναφέρει τελείως θείαν δύναμιν συνεργούσαν εις την διακόσμησιν αυτού [(του κόσμου)] · καθότι οι Θεοί αυτού ήσαν μεταγενέϛεροι, ως μετ' ολίγον θέλομεν ειπή.

δ'. Ύ
ϛερον δε διηγείται τα ονόματα των ανέμων, του Βορέως, Νότου, Κολπίου, και των λοιπών, οι οποίοι ήσαν άνθρωποι και ενόμισαν πρώτον Θεούς, τα βλαϛήματα της Γης και προσεκύνησαν αυτά, εκ των οποίων ετρέφοντο · και ιδού η αρχή της φυτολατρείας, και κτιϛολατρείας, κατά την γνώμην ταύτην. Ο δε Κολπίας άνεμος και η γυνή αυτού Βάαυ, το οποίον σημαίνει Νύκτα, εγέννησαν δύο άνδρας θνητούς, τον Αιώνα και Πρωτόγονον, οίτινες επενόησαν την χρήσιν των καρπών των δένδρων εις τροφήν. Εγέννησαν δε και δύο τέκνα αρσενικόν και θηλυκόν, Γένος και Γενεάν ονομαζόμενα, τα οποία κατώκησαν πρώτον εις την Φοινίκην και ενόμισαν τον Ήλιον Θεόν, ονομάσαντες αυτόν Βεελσαμήν · οίον, κύριον του Ουρανού, και Δία ελληνιϛί · και ότε συνέβη ποτέ ξηρασία μεγάλη, εξέτεινον τας χείρας προς αυτόν, ως προσευχόμενοι εις κατάπαυσιν του κακού. Ιδού και η αρχή της πλανητολατρείας · εγέννησαν δε και ούτοι τρια τέκνα, Φως, Πυρ και Φλόγα ονομαζόμενα, τα οποία εν ώ έτριβον κατά τύχην δύο ξύλα, είδον σπινθήρας πυρός εξερχομένους · και ούτως εύρον το πυρ · ούτοι δε εγέννησαν τέκνα υπερμεγέθη ως τους Γίγαντας, τα οποία κατώκησαν εις τα υψηλότατα όρη, και ωνόμασαν αυτά απο των ονομάτων αυτών · ως τον Λίβανον, Αντιλίβανον, Κάσσιον, Βραθύ, και τα λοιπά. Τούτων δε των Γιγάντων αναφέρει μόνον δύο τέκνα, τον Μημρούμον και Υψουράνιον. Τότε όμως ωνομάζοντο τα τέκνα απο των μητέρων · καθότι οι πατέρες ήτον κοινοί και άγνωϛοι. Και ο μεν Υψουράνιος κατοικήσας εις την Τύρον, επενόησε την κατασκευήν των σκηνών δια των καλάμων · ο δε Μημρούμος μετεχειρίσθη πρώτον [(ως)] φορέματα τα δέρματα των ζώων. Επειδή δε συνέβη ποτέ άνεμος σφοδρός, και τα δένδρα τριβόμενα ανέδωκαν πυρ και εκάη εν δάσος περί την Τύρον, έπεσον δένδρα εις την γην. Όθεν λαμβάνει εν δένδρον και ρίπτει εις την Θάλασσαν · έπειτα εκάθησεν εις αυτό και έπλεεν. Όθεν και η αρχή της ναυτικής. Δια να τιμήση δε το πυρ και τον άνεμον, ως αίτια της εφευρέσεως ταύτης, αφιέρωσε δύω πέτρας εις αυτά, και εθυσίασε πρώτος, ζώα εις τιμήν αυτών. Ιδού και η ανεμολατρεία, πυρολατρεία, λιθολατρεία και ζωοθυσία. Μετά δε τον θάνατον τούτων των δύο αδελφών, τα τέκνα αυτών αφιέρωσαν ράβδους και πέτρας εις τιμήν των πατέρων αυτών, και ελάτρευον αυτά, καταϛήσαντες και εορτάς ετησίους. Ιδού και η ανθρωπολατρεία, ειδωλολατρεία και η αρχή των εωρτών.

ε'. Πολλούς δε χρόνους ύ
ϛερον της γενεάς ταύτης ήτις ήτον η έκτη, έζη ο Αγρεύς και Αλιεύς, οι οποίοι εφεύρον τας απ' αυτών ονομασθείσας τέχνας, την αγρευτικήν και αλιευτικήν · εξ ενός δε τούτων εγεννήθησαν δύο αδελφοί, οίτινες επενόησαν την κατασκευήν των σιδηρείων οργάνων · και ο εις τούτων ο Χρύσωρ ονομαζόμενος, ος τις ήτον ο Ήφαιϛος των Φοινίκων, επενόησε την τέχνην της μαγείας και της γοητείας · ομοίως και το δέλεαρ, το άγκιϛρον, την τριχιάν και τας Αλιάδας, πλοιάρια εις χρήσιν του ψαρεύματος, και την χρήσιν των ιϛίων, εις τα πλοιάρια, και πρώτος έπλευσε με ιϛία εις την θάλασσαν · όθεν και δια τας τοσαύτας ανακαλύψεις ετίμησαν αυτόν ως Θεόν, μετά θάνατον, ονομάσαντες Δία μήχιον, οίον, μηχανικόν. Ιδού και αποθέωσις των ανθρώπων δια τας αρετάς αυτών. Νομίζεται δε οτι ούτοι οι δύο αδελφοί επενόησαν την πλινθουργίαν, και την κατασκευήν των πλινθίνων τοίχων. Eγέννησαν δε και ούτοι δύο υιούς τον Τεχνίτην και τον Γήινον, οι οποίοι επενόησαν τον τρόπον να μιγνύωσιν άχυρα εις τους πλίνθους, και να ξηραίνωσιν αυτούς εις τον Ήλιον · έτι δε και την σκεπαϛήν των οίκων. Eγέννησαν δε και ούτοι δύο υιούς, τον Άγρον και Αγρότην, ή Αγρουηρον, οίτινες κατεγίνοντο εις τους αγρούς και κυνήγιον · όθεν ωνόμαζον αυτούς και Αλήτας και Τιτάνας. Και αυτοί επενόησαν τας αυλάς των οίκων, τους φραγμούς και τα σπήλαια · όθεν ο Αρούηρος ετιμήθη ως Θεός, και μάλιϛα ενομίζετο ο μέγιϛος των Θεών εις την Βύβλον [(την πόλη)], ένθα είχε και ξόανον αρχαιότατον, και ναόν κινητόν επί των ζυγών, ως αλήτης. Ούτοι δε εγέννησαν τον Άμυνον και Μάγον, οίτινες εδίδαξαν τους ανθρώπους πως να κτίζωσι πόλεις, και να περισυνάζωσι τα ποίμνια αυτών · αυτοί δε εγέννησαν τον Μισώρ και Συδύκ, οίον, τον δίκαιον και ελεύθερον, τους ευρετάς της χρήσεως του άλατος. Και ο μεν Μισώρ εγέννησε τον Τάαυτον, τον ρηθέντα Ερμήν τον τρισμέγιϛον, τον ευρετήν των γραμμάτων και πρώτον υπομνηματιϛήν · οίον, συγγραφέα ιϛορίας. Ο δε Συδύκ εγέννησεν επτά υιούς, τους Διοσκούρους και Καβείρους καλουμένους, των οποίων οι απόγονοι ωνομάσθησαν Κορύβαντες και Σαμοθράκες. Λαβών δε ύϛερον ο Συδύκ και μίαν Τιτανίδα γυναίκα, εγέννησε και όγδοον υιόν τον Ασκληπιόν · οι δε Διόσκουροι εν[(ν)]όησαν την δύναμιν τινών χόρτων, και ιάτρευον με αυτά τα υπό των θηρίων δαγκάματα · ομοίως και την θεραπευτικήν μαγείαν, να θεραπεύωσι τας πληγάς ταύτας, μουρμουρίζοντες τινάς λόγους μυϛηριώδεις · ετελειοποίησαν δε και την ναυτικήν, κατασκευάσαντες πλοίον, και εμβάντες εις αυτό έφυγον εκείθεν · αλλ' η τρικυμία έρριψεν αυτούς προς το Κάσσιον όρος, ένθα έκτισαν ναόν.

ϛ'. Κατά τούτους δε τους χρόνους εβασίλευε περί την Βύβλον τις Ελιούν ονομαζόμενος, οίον, Ύψιϛος, έχων και γυναίκα Βηρούθ ονομαζομένην · και εκ τούτων εγεννήθη η μεγάλη γενεά των Θεών · επειδή εγέννησαν δύο τέκνα, των Επίγειον αυτόχθονα, τον επονομασθέντα Ουρανόν, και την Γην · ούτοι δε οι αδελφοί ήσαν τόσον ωραίοι, ώϛε ονόμασαν απ' αυτών τον ουρανόν και την γην, δια την ομοιότητα την ωραιότητος · εφόνευσαν δε τον Ύψιϛον τα θηρία εις το κυνήγιον, και ετίμησαν αυτόν ως Θεόν, καταϛήσαντες θυσίας και εναγ[(ν)]ισμούς εις τιμήν αυτού. Μείνας ουν ο Ουρανός διάδοχος, έλαβε γυναίκα την αδελφήν αυτού Γην, και εγέννησεν εξ αυτής τέσσαρας υιούς, τον Ίλον, τον ονομασθέντα ύϛερον Κρόνον, τον Βαίτυλον, Άτλαντα και Δαγώνα, όϛις επενόησε τον σίτον και το άροτρον · όθεν και ωνόμασαν αυτόν Δία αρότριον · ο δε Ουρανός εγέννησε και άλλα τέκνα εκ των παλλακίδων αυτού. Διό η Γη ζηλοτυπήσασα, επέπληττεν αυτόν συνεχώς, ώϛε εχωρίσθησαν · ύϛερον δε ηνώνοντο και πάλιν εχωρίζοντο, και εγέννησαν και άλλα τέκνα · ο Ουρανός όμως ήθελε να φονεύση τα εξ αυτής τέκνα. Αλλ' η Γη ανθίϛατο έχουσα και αυτή μέρος και συμμάχους. Ελθών δε ο Κρόνος εις ηλικίαν, εγέννησε δύω θυγατέρας, την Περσεφόνην και Αθηνάν, ων η μέν Περσεφόνη απέθανε παρθένος, η δε Αθηνά ήτον φρονιμωτάτη και σοφωτάτη · είχεν όμως ο Κρόνος και τον Ερμήν γραμματικόν και σύμβουλον · όθεν παρεσκεύαζον τον κατά του Ουρανού πόλεμον · και ο μεν Κρόνος κατεσκεύασεν Άρπην και δόρυ εκ του σιδήρου, δια συμβουλής του Ερμού και της Αθηνάς · ο δε Ερμής κατέπεισε πολλούς συμμάχους εις το μέρος αυτού, με τους μαγικούς λόγους. Και ούτω κινήσας πόλεμον ο Κρόνος και διώξας τον Ουρανόν, εβασίλευσεν αυτός. Α[(ι)]χμαλωτίσας δε και μίαν παλλακίδαν του Ουρανού, έδωκεν αυτήν γυναίκα εις τον αδελφόν αυτού Δαγώνα · ήτον όμως εγκαϛρωμένη εκ του Ουρανού, και μετ' ολίγον εγέννησεν υιόν, Δημαρούν ονομαζόμενον.

ζ'.
Ο Κρόνος ύϛερον έκτισε την Βύβλον την πρώτην πόλιν της Φοινίκης, περιετείχισε και τον οίκον αυτού υποπτευθείς δε μετ' ολίγον τον αδελφόν αυτού Άτλαντα, κατέκλεισεν αυτόν εις ένα λάκον, δια συμβουλής του Ερμού, ένθα και απέθανεν · είχε δε και έναν υιόν τότε Σάδιδον ονομαζόμενον, τον οποίον εφόνευσε μόνος δια τινα υποψία · ομοίως έσφαξε και μίαν θυγατέρα αυτού, και αυτή φαίνεται οτι ήτον η Περσεφόνη. Τούτο όμως το ανόσιον έργον ετάραξε τους συμμάχους αυτού Θεούς, τους οποίους ωνόμαζον Ελωείμ [(Ελοχίμ)], οίον, Κρονίους απο Ίλου του Κρόνου. Κατά τούτον τον καιρόν φυγόντες οι Διόσκουροι, εξέπεσαν εις το Κάσσιον όρος, ως προείρηται.

η'. O δε Ουρανός ήτον μεν
εξόριϛος, όμως ήλπιζεν έτι να ανατρέψη τον Κρόνον. Όθεν έϛειλε προς αυτόν τρεις των θυγατέρων αυτού, την Αϛάρτην, Ρέαν και Διώνην, να φονεύσωσιν αυτόν δολίως. Αλλ' εκείνος κατέπεισεν αυτάς και εκράτησεν εκεί γυναίκας ή παλλακίδας αυτού. Ο Ουρανός έϛειλεν ύϛερον την Ειμαρμένην και την Ώραν και άλλους συμμάχους, αλλ' έμειναν και αυταί εκεί, ως και αι πρώται. Εγέννησε λοιπόν ο Κρόνος εκ μεν της Αϛάρτης δύο υιούς, τον Πόθον και Έρωτα, και επτά θυγατέρας τας Τιτανίδας και Αρτέμιδας ονομαζομένας · εκ τούτων έλαβε μίαν ο Συδύκ, ως προείρεται, και εγέννησε τον Ασκληπιόν · εκ δε της Ρέας εγέννησεν επτά υιούς, και τον νεώτατον τούτων αφιέρωσε, βρέφος έτι όντα · εγέννησε δε και εκ της Διώνης τινάς θυγατέρας · εγέννησε και εις την Περαίαν, άλλην πόλιν της Συρίας, τρεις υιούς · τον Κρόνον τον ομώνυμον αυτού, τον Δία βήλον και τον Απόλλωνα.

θ'. Κατά τούτον δε τον καιρόν εβασίλευε και ο Πόντος εκεί, και ο υιός αυτού Νηρεύς, και ο Τυφών
· εγέννησεν όμως και άλλον υιόν ο Πόντος τον Ποσειδώνα, και μίαν θυγατέρα Σιδώνα, η οποία έχουσα φωνήν μελωδικωτάδ[(τ)]ην, συνέταξεν αυτή πρώτον ωδάς και ύμνους · ο δε Δημαρούν υιός του Ουρανού εκ της παλλακίδος αυτού, ως είρηται, και γυναικός του Δαγώνος, εγέννησε τον Μελίκαρθον, τον Ηρακλέα των Φοινίκων. Τότε ο Ουρανός συμμαχήσας με αυτούς, εκίνησεν πόλεμον κατά του Πόντου. Αλλ' ο Πόντος νικήσας τον Δημαρούν, ηνάγκασεν αυτόν να ζητήση παρά των Θεών την ασφάλειαν της ζωής, δια της φυγής · ο δε Κρόνος κατά τον τριακοϛόν δεύτερον χρόνον της βασιλείας αυτού, εκρύβη εις εν δάσος περιρρεόμενον υπό πολλών ρυάκων και πηγών, και εκεί ενεδρεύσας συνέλαβεν απροσδοκήτως τον Ουρανόν και έκοψε τα αιδοία αυτού · και εκεί απέθανεν ο Ουρανός · έτρεξε δε το αίμα και ηνώθη με το ύδωρ τινός πηγής, και έμεινεν ύϛερον το ύδωρ κόκκινον · εγνωρίζετο και το μέρος εκείνο όπου συνέβη η ενέδρα. Ο Ουρανός κατεσκεύασε πρώτον λίθους εμψύχους τα Βαιτύλια λεγόμενα · οίον αγάλματα εκ του λίθου Βαιτύλου καλουμένου, και κατά το όρος του Λιβάνου ευρισκομένου. Ιδού και η αγαλματοποιΐα.

ι'. Mετά δε ταύτα η Αϛάρτη, η μεγίϛη ονομαζομένη, Ζευς ο Δημαρούν και Άδωδος ο καλούμενος βασιλεύς των Θεών, εβασίλευον εις τους τόπους εκείνους κατά την συμβουλήν και θέλησιν του Κρόνου. Τότε ο Ερμής μιμούμενος τον Ουρανόν κατεσκεύασε τα παράσημα των βασιλέων Ιερογλυφικώς, τα οποία ήτον εικόνες μικραί · και του μεν Κρόνου η σημαία είχε τέσσαρας οφθαλμούς, δύο έμπροσθεν και δύο όπισθεν, τους δύο ως κοιμωμένους και τους δύο ανοικτούς. Και τέσσαρα πτερά εις τους ώμους, τα δύο ως ιπτάμενα και τα δύο ησυχάζοντα, να δείξη οτι ο Κρόνος ήτον άγρυπνος και δραϛικός, και όταν κοιμάται βλέπει, και εν ω βλέπει κοιμάται · και όταν ησυχάζει πετά, και ιπτάμενος αναπαύεται · τουτέϛιν, όταν νομίζης οτι κοιμάται εις μίαν πόλιν, αυτός ευρίσκεται εις άλλην, και κοιμώμενος θεωρεί τας υποθέσεις και διοικεί το βασίλειον, έχων συμβούλους και επάρχους αγρύπνους και προσεκτικούς · είχε δε και εις την κεφαλήν άλλα δύο πτερά να δείξη τον ηγεμονικόν νουν και την υπεροχήν της τέχνης του βασιλεύειν και διοικείν. Εις τας σημαίας δε των άλλων Θεών έβαλε μόνον δύο πτερά εις τους ώμους · διότι αυτοί τόσον μόνον ήτον άξιοι, ώϛε μόλις ημπορούσαν να συϛρατεύουν ως σύμμαχοι, διοικούμενοι υπό των δύο πτερών της κεφαλής του Κρόνου. Εις την σημαίαν δε της Αϛάρτης έβαλε κεφαλήν Ταύρου. Ιδού και η αρχή των αλληγορικών και Ιερογλυφικών σημείων και των βασιλικών παρασήμων. Δια τούτο οι Ιταλιώται εζωγράφιζον τον Ιανόν διπρόσωπον, τον οποίον ενόμιζον Κρόνον.

ια'. Περιερχόμενος έπειτα ο Κρόνος την Γην, έδωκεν εις την Αθηνάν το βασίλειον της Αττικής. Και επειδή συνέβη νόσος σφοδρά και πείνα εις το
ϛράτευμα αυτού, νομίζων οτι η πληγή προήλθεν δια την προς τον πατέρα αυτού παρανομίαν, εθυσίασεν εις τον Ουρανόν ένα υιόν αυτού. Ιδού και η αρχή της ανθρωποθυσίας · όθεν εθυσίαζον ύϛερον και εις τον Κρόνον οι μετέπειτα άνθρωποι τα τέκνα αυτών · ο δε Πορφύριος λέγει οτι ήτον πρότερον η συνήθεια αύτη να θυσιάζωσιν οι βασιλείς μυϛικώς το πλέον ηγαπημένον τέκνον αυτών, προς κατάπαυσιν τινός μεγάλης συμφοράς · όθεν και ο Κρόνος έχων υιόν μονογενή εκ τινος νύμφης Ανωβρέτ ονομαζομένης, εθυσίασεν αυτόν εις μίαν μεγάλην δυϛυχίαν. Αλλ' ο Κρόνος ούτος ίσως ήτον ο υιός του πρώτου Κρόνου · διότι εκείνος είχε πολλούς υιούς. Έπειτα δε περιτμηθείς ο Κρόνος, δια να υποφέρει και αυτός εκείνην την ποινήν, εις εξιλέωσιν του πατρός αυτού, προσέταξε να περιτμηθούν και οι σύμμαχοι και όλον το ϛράτευμα. Είχε δε και άλλον υιόν εκ της Ρέας Μουθ ονομαζόμενον, οίον, θάνατον ή Πλούτωνα, ος τις απεθεώθη μετ' ολίγον · τουτέϛιν, απέθανεν · έδωκε δε ύϛερον την μεν πόλιν Βύβλον εις την Θεάν Βεάλτιν, την Διώνην · την δε Βηρυτόν εις τον Ποσειδώνα, Καβείρους, Αγρότας και εις τους Αλιείς Θεούς, οι οποίοι αφιέρωσαν εκεί και τα λείψανα του Πόντου. Ελθών δε και προς την μεσημβρίαν, έδωκεν εις τον Ερμήν τον τρισμέγιϛον όλην την Αίγυπτον, και ούτως έμεινεν ο Ερμής εκεί βασιλεύς.

ιβ'. Η δε Α
ϛάρτη περιερχομένη και αυτή την γην φορούσα την κεφαλήν του ταύρου, σημαίαν εις την κεφαλήν αυτής, εύρεν αϛέρα αεροπετή, Αετόν, τον οποίον λαβούσα αφιέρωσεν εις την Τύρον την ιεράν νήσον. Αύτη δε η Αϛάρτη ήτον η Αφροδίτη · εκ τούτου ίσως ο Αετός έμεινεν εις τας βασιλικάς σημαίας.

Μετά δε ταύτα λέγει ο Φίλων οτι την
ιϛορίαν ταύτην έγραψαν οι επτά υιοί του Συδύκ οι Κάβειροι, και ο Ασκληπιός ο όγδοος αδελφός αυτών, καθώς παρήγγειλεν αυτούς ο Ερμής ο Τρισμέγιϛος. Ο δε υιός του Θαβίωνος ο πρώτος Ιεροφάντης των Φοινίκων, οίον ο Σαγχουνιάθων, αλληγορήσας αυτήν και μίξας πάθη κοσμικά και φυσικά, παρέδωκεν εις τους Ιερείς και τελετάρχας των μυϛηρίων, οίτινες θέλοντες να αυξήσωσι την δεισιδαίμονα αλαζονείαν αυτών, παρέδωκαν αυτήν με προσθήκην εις τους διαδόχους αυτών, εξ ων ήτον και ο Ίσιρις ο ευρέτης των τριών γραμμάτων, και αδελφός του Χνα ότις επωνομάσθη πρώτον Φοίνιξ. Παραλαβόντες δε αυτήν και οι Έλληνες, οι οποίοι υπερέβαινον πάντας εις εις την ευφυΐαν, οικειοποιήθησαν τα περισσότερα και έτρεψαν εις μύθους διαφόρους και
αλληγορί
ας · εντεύθεν ο Ησίοδος και οι κυκλικοί ποιηταί έπλασαν τας Θεογονίας, Τιτανομαχίας και Γιγαντομαχίας αυτών. Αύτη είναι και των Φοινίκων η Αρχαιολογία.

[(Tέλος Κεφαλαίου Β')]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχολιάστε, ρωτήστε, προτείνετε: