Αθανασίου Ϛαγειρίτου
ΩΓΥΓΙΑ

- - - - - - - - -
ΚΕΦΑ'ΛΑΙΟΝ ΙΓ'.
Περί των Νυμφών.

Αι Νύμφαι, κατά μεν τινας, ήσαν θυγατέρες του Ωκεανού · κατ' άλλους δε του Διός, κατ' άλλους εγεννήθησαν εκ των δένδρων, και μάλιϛα εκ των δρυών. Κατ' άλλους δε, εγεννήθησαν εκ διαφόρων γονέων · ως αι Μελίαι εκ του αίματος του Ουρανού, η Λιλαία εκ του Κηφισσού ποταμού, αφ' ης ωνομάσθη και η Λιλαία πόλις της Φωκίδος · άλλαι εκ του Διός, και άλλαι εξ άλλων διαφόρων γονέων · αι πλείϛαι όμως ήσαν θυγατέρες των ποταμών, ως ρηθήσεται εν τοις εξής.

Αι Νύμφαι ήσαν μεν Θεαί, όμως θνηταί
· έζων δε πολλών χιλιάδων χρόνους. Και επειδή ήσαν Προϛάτιδες και των δένδρων, λέγουσί τινες, ότι έζων όσον ζώσι τα δένδρα · ο δε Ησίοδος διορίζει την ζωήν αυτών ούτως ·

"Eννέα τοι ζώει γενεάς λακέρυζα Κορώνη
Ανδρών ηβώντων, Έλαφος δε τε τετρακόρωνος.
Τρεις δ' Ελάφους ο Κόραξ γηράσκεται
· αυτάρ ο
Φοίνιξ, Εννέα τους Κόρακας
· δέκα δ' υμείς τους Φοίνικας
Νύμ
φαι ευπλόκαμοι κούραι Διός Αιγιόχοιο".

Οίον, όσον ζη ο Άνθρωπος, εννεάκις τόσον ζη η Κορώνη
· όσον δε η Κορώνη, τετράκις τόσον η Έλαφος · όσον δε η Έλαφος, τρεις τόσον ο Κόραξ · όσον δε ο Κόραξ, εννεάκις τόσον ο Φοίνιξ · όσον δε ο Φοίνιξ, δεκάκις τόσον αι Νύμφαι. Άρα κατά την δόξαν τινών αρχαίων, οίτινες διορίζουσιν εις ενεννήκοντα εξ χρόνους την ζωήν του ανθρώπου, 96x9=864x4=3,456x3=10,368x9=93,312x10=933,120.

Ο δε Πλούταρχος περιορίζει την ζωήν τούτων εις 9,520 χρόνους, εκλαμβάνων άλλως την γενεάν. Άλλοι δε αριθμούσι τριάκοντα χρόνους την γενεάν των ηβώντων, επειδή ανδρών ηβώντων είπεν ο Ησίοδος
· και άλλοι εκατόν οκτώ την γενεάν των γερόντων, διότι νομίζουσι γηρώντων το ηβώντων, και πεντήκοντα τέσσαρας χρόνους τον μέσον όρον της ανθρωπίνης ζωής, λέγοντες, οτι ο αριθμός ούτος σύγκειται εκ της μονάδος, και των δύο πρώτων επιπέδων, και δύο τετραγώνων, και δύο κύβων.

Ήσαν δε αι Νύμφαι Προϛάτιδες των Ποιμένων, ποιμνίων, ορών, δασών, σπηλαίων, δένδρων, πεδιάδων, λειμώνων, Θαλασσών, λιμνών, ποταμών, πηγών, φρεάτων, και πάντων σχεδόν των όντων. Αύται με την Δήμητραν, και τον Διόνυσον, έδιδον εις τους ανθρώπους την τροφήν
· εκ τούτου φαίνεται οτι ελάμβανον αυτάς και αντί του ύδατος · όθεν λέγει αυτάς ο Ορφεύς και υγροπόρους · και μάλιϛα εις τας αλληγορίας αυτού λέγει, οτι αι Νύμφαι είναι ύδωρ. Αλλού δε λέγει και τον Δία Νύμφην. Εχρημάτισαν και τροφοί του Διονύσου. Διέτριβον δε εις τα δένδρα, και μάλιϛα εις τα κοίλα και τετρυπημένα · όθεν λέγουσιν έτι οι χωρικοί και απλοί, οτι είναι δαίμονες, και ϛοιχεία εις τα τοιαύτα δένδρα, και σπήλαια, και εις άλλα τοιαύτα · έτι δε και εις τα όρη, κοιλάδας, φρέατα, ποταμούς, λίμνας, και πανταχού. Δια τούτο διηρέθησαν εις πολλάς τάξεις, διαφόρως ονομαζόμεναι · ως επί το πλείϛον δε διέτριβον με τον Πάνα, θελγόμεναι υπό της Σύριγγος, και χορεύουσαι περί αυτόν αείποτε περιχαρείς · έτι δε εφαίνοντο εις τα δάση εις σχήμα γυναικείον, κατά την άνοιξιν μάλιϛα, και ευωδίαζον θαυμασιώτατα · και τούτο δεικνύει, οτι ενόμιζον Νύμφας και τας ευωδίας των ανθών και φυτών, και την δρόσον την πίπτουσαν εις τα φυτά · όθεν λέγει αυτάς και δροσοείμονας ο Ορφεύς, ή τα φυτά εν[(ν)]οεί, τα δεχόμενα την δρόσον · ή αυτό το ύδωρ · διότι λέγει και τας νεφέλας δροσοείμονας. Κατά τούτον ουν τον λόγον ωνομάζοντο και καρποτρόφοι, αυξίτροφοι, και αγλαόκαρποι, λαμβανόμεναι και αντί της δυνάμεως εκείνης της υγράς, της ενεργούσης εις την βλάϛησιν, και αύξησιν των φυτών, και καρπών. Ήτον και αείποτε παρθένοι · όμως εγέννησαν πολλαί και τέκνα. Και τοιαύτη ήτον η φανταζομένη αλληγορική ιδέα περί Νυμφών · πόθεν δε προήλθεν η ιδέα αυτή, ειρήσεται εν τω οικείω τόπω. Ύϛερον δε ωνομάσθησαν και γυναίκες, και παρθένοι, Νύμφαι, όσαι κατεγίνοντο εις τα ποίμνια, και αύται ετεκνογόνησαν · έτι δε, και όσαι δεν ήθελον να υπανδρευθούν, ή κατεγίνοντο εις το κυνήγιον, ωνομάζοντο Νύμφαι · ότε δε εγκαϛρώνετό τις παρθένος, και εγέννα μυϛικώς εις τα όρη, ή έδιδε το βρέφος και το ανέτρεφον εις τα ποίμνια, ή αλλού, ελάμβανεν αυτό ο πατήρ ύϛερον, και έλεγεν, οτι το εγέννησεν εκ τινος Νύμφης · έτι δε οι Λίβυες έλεγον Νύμφας τας γυναίκας, και οι Λυδοί τας Μούσας.

Ωνομάζοντο δε γενικώς μεν, Ουράνιαι, Εναέριοι, Επίγειοι, και Έφυδροι. Και Ουράνιαι μεν ωνομάζοντο, όσαι είχον επι
ϛασίαν τινά εις τον Ουρανόν · ως αι Μούσαι, Ώραι, και Χάριτες. Εναέριοι δε, όσαι διέτριβον εις τον Αέρα · και αύται ήτον τα εναέρια πνεύματα, και εναέριοι Δαίμονες. Επίγειοι δε, όσαι διέτριβον εις την Γην, και Έφυδροι και Εφυδριάδες [(ή Φαιδριάδες)], όσαι ήτον εις τα ύδατα. Αι Επίγειοι όμως και Έφυδροι διηρούντο εις πολλάς μερικάς τάξεις, και ονομασίας, ονομαζόμεναι απο των προϛατευομένων υποκειμένων, και τόπων, όπου διέτριβον, και απο των γονέων ενίοτε. Των μεν ουν Επιγείων ωνομάζοντο,

Α'. Ο ρ ε ι ά δ ε ς, Ο ρ ε
ϛ ε ι ά δ ε ς, και Ο ρ ο δ έ μ ν ι α ι, όσαι διέτριβον εις τα όρη, και ήσαν Προϛάτιδες αυτών · εκ τούτων είχε χιλίας συνοδοιπόρους η Άρτεμις.

Β'. Λ ε ι μ ω ν ι ά δ ε ς, όσαι διέτριβον εις τους λειμώνας, και επροϛάτευον αυτούς.

Γ'. Ν α π α ί α ι, όσαι διέτριβον εις τας Νάπας, και κοιλάδας, και επροϛάτευον αυτάς.

Δ'. Α λ σ η ΐ τ ι δ ε ς, αι εγκάτοικοι, και Προ
ϛά[(τι)]δες των Αλσών.

Ε'. Δ ρ υ ά δ ε ς μεν, αι Προ
ϛάτιδες όλων των δένδρων κοινώς, αι οποίαι κατώκουν υποκάτω εις τα δένδρα.

Ϛ'. Α μ α δ ρ υ ά δ ε ς δε, όσαι επροϛάτευον έν δένδρον μόνον εκάϛη, και είχε την κατοικίαν της εις αυτό, αι οποίαι εγεννώντο άμα με το δένδρον, και έζων όσον έζη το δένδρον · ότε δε εφθείρετο το δένδρον, συνεφθείροντο και αυταί. Όθεν υπερασπίζοντο τα δένδρα εκείνα, να μη τύχη και κοπούν, ή άλλως πως διαφθαρούν. Δια τούτο ετιμώρησαν τον Ερυσίχθονα, ότε έκοψε την μεγάλην δρυν, η οποία ήτον εις το Άλσος της Δήμητρος. Η δε Νύμφη Χρυσοπέλεια αντήμειψε τον Αρκάδα, επειδή εϛερέωσε το κλονούμενον αυτής δένδρον.

Ροίκος δε ο Κνίδιος ιδών ποτε δρυν, κατά την Νίνον της Ασσυρίας, κλονουμένην να πέση, συνάξας πέτρας και χώμα περί την ρίζαν, ε
ϛερέωσεν αυτήν. Όθεν η εκεί κατοικούσα Νύμφη, είπεν, να ζητήση ότι θέλει εις ανταμοιβήν, και εκείνος εζήτησε να κοιμηθή με αυτήν · υπεσχέθη μεν η Νύμφη, πλην είπε να μη πλησιάση εις άλλην γυναίκα · και οτι θέλει τον μηνύση με την Μέλισσαν, ότε είναι καιρός αρμόδιος · επειδή την Μέλισσαν διώρισε μηνύτριαν μεταξύ αυτών. Έϛειλε λοιπόν ύϛερον η Νύμφη την Μέλισσαν, η οποία ηύρεν αυτόν κυβεύοντα, και δια να μη αφήση την πεδιάν, απεκρίθη πικρώς προς την Μέλισσαν · όθεν αγανακτήσασα η Νύμφη, κατέϛησεν αυτόν ευνούχον. Ομοίως και ο πατήρ του Περαιβίου κόψας τοιαύτην δρυν, εν ω η Νύμφη παρεκάλει αυτόν θρηνούσα, να μη την κόψη, κατεδυϛύχησε τα τέκνα αυτού.

Επισημότεραι δε, και γνω
ϛότεραι των Αμαδρυάδων ήτον, η Χρυσόπεια, ή Χρυσοπέλεια κατ' άλλους, εξ ης εγέννησεν ο Αρκάς τον Έλατον και Αμφιδάμαντα · η Ατλαντεία και Φοίβη, εξ ων εγέννησεν ο Δαναός τέσσαρας θυγατέρας, ως ρηθήσεται εκεί. Κατ' άλλους δε, αι Αμαδρυάδες ήτον μόνον οκτώ, τας οποίας εγέννησεν ο Όξυλος υιός του Ορείου εκ της αδελφής αυτού και Νύμφης Αμαδρυάδος καλουμένης, και απ' εκείνης ωνομάσθησαν και αυταί ούτως. Είχον όμως και ιδιαίτερα ονόματα εκάϛη. Καρύα, Βάλανος, Κράνεια, Ορεία, Αίγειρος, Πτελέα, Άμπελος, και Συκή [(τα ονόματα αυτά τις συνδέουν και με τον Διόνυσον)]. Απο τούτων λοιπόν ωνομάσθησαν τα δένδρα εκείνα ούτω, των οποίων επροϛάτευεν εκάϛη έν.

Ζ'. Α γ ρ ι ά δ ε ς και Α γ ρ ω
ϛ ί ν α ι, αι Προϛάτιδες των αγρών.

Η'. E π ι μ ε λ ί δ ε ς, και Ε π ι μ ε λ ι ά δ ε ς, αι Προ
ϛάτιδες, κατά μεν τινας, των οπωρών μήλων, κατ' άλλους δε, των προβάτων · επειδή μήλα έλεγον και τα πρόβατα · όθεν μηλωτή η γούνα [(κατ' άλλους η ονομασία σχετίζεται με το μέλι)].

Θ'. Χ λ ω ρ ί δ ε ς, αι Προ
ϛάτιδες της χλόης · και

Ι'. Α ν θ ο ύ σ α ι, των Ανθών.

Και αύται ήσαν αι Επίγειαι
·

των δε Εφύδρων ήσαν,

Α'. Αι Ν η ρ η
ΐ δ ε ς, Θαλάσσιαι λεγόμεναι, οικήτορες και Προϛάτιδες της Θαλάσσης, και απο του πατρός αυτών Νηρέως ονομαζόμεναι, περί ων ειρήσεται ιδιαιτέρως.

Β'. Αι Π ο τ α μ ί δ ε ς, και Π ο τ ά μ ι α ι, αι οικήτορες και Προ
ϛάτιδες των ποταμών.

Γ'. Λ ι μ ν ι ά δ ε ς, και Λ ι μ ν α ί α [(ι)], και Λ ι μ ν ά δ ε ς, των Λιμνών.

Δ'. Ν α
ΐ δ ε ς, Ν α ϊ ά δες και Ν η ΐ δ ε ς, των ναμάτων · οίον, των ρεόντων και αναβρυόντων υδάτων · Ταύτας δε συγχέουσί τινες με τας Δρυάδας.

E'. Κ ρ η ν ί δ ε ς, των Κρηνών.

Ϛ'. Π η γ α ί αι, των Πηγών.

Ζ'. Ε λ ε ι ο ν ό μ α ι, των Ελών. Και ούτω μεν ωνομάζοντο απο των προ
ϛατευομένων πραγμάτων, και κατοικιών, και αντί τούτων των υποκειμένων ελαμβάνοντο · οίον, αντί ύδατος, χλόης, άνθους και των λοιπών, ως και πρότερον είρηται ·

ωνομάζοντο δε και ιδιαιτέρως απο τόπων, συγγενών, και άλλων συμβεβηκότων ούτω.

Α'. Κ α β ε ι ρ ί δ ε ς, απο των Καβείρων, έθνους της Βοιωτίας [(σημείωση: υπόψιν οτι η Βοιωτία ήταν ένα ακόμη κέντρο τελέσεως των Καβειρίων Μυστηρίων, με την Θήβα να έχει έως και σήμερα ερείπια ιερού των Καβείρων)], των οποίων αι γυναίκες ή αι αδελφαί, ήτον Νύμφαι.

Β'. Α τ λ α ν τ ί δ ε ς, αι θυγατέρες του Άτλαντος, περί ων είρηται.

Γ'. Δ ω δ ω ν ί δ ε ς, κατά μεν τινας, αι θυγατέρες του Μελισσέως, και τροφοί του Διός
· όθεν κατηϛέρισαν αυτάς · κατ' άλλους δε, αύται ήσαν αι Υάδες αι τροφοί του Διονύσου · αι δε Δωδωνίδες ήσαν Ιέρισσαι του εν Δωδώνη άλσους του Διός · και δια τούτο ωνομάσθησαν ούτως.

Δ'. Ι ω ν ί δ ε ς, και Ι ω ν ι ά δ ε ς, ωνομάσθησαν απο του Ίωνος υιού του Γαργήττου του Αθηναίου, ος τις έφερεν αποικίαν εκ της Αττικής εις την Ήλιδα, και έκτισεν Ιερόν αυτών πλησίον του Κυθήρου ποταμού, πεντήκοντα
ϛάδια προς δυσμάς της Ολυμπίας, όπου ήτον και πηγή των Νυμφών, πλησίον της κώμης Ηρακλείας, ένθα συμβάλλει ο Κύθηρος εις τον Αλφειόν, ιαματική παντοίων αλγημάτων. Αύται δε αι Νύμφαι ήσαν τέσσαρες, έχουσαι και τα κύρια ονόματα αυτών. Καλλιφάεια, Συνάλλαξις [(σημείωση: !!!)], Πηγαία, και Ίασις.

Ε'. Κ ω ρ ύ κ ι α ι, απο του Κωρυκίου άντρου του Παρνασσού, το οποίον ήτον Ιερόν των Νυμφών, και του Πανός, και διέτριβον εκεί. Τούτο δε το άντρον ωνομάσθη απο τινος Νύμφης Κωρυκίας καλουμένης, και ήτον θέας άξιον
· επειδή ήτον πλατύτατον και ευρυχωρότατον, και εισήρχοντο εις πολύ διάϛημα χωρίς φως · έτρεχον και ρανίδες ύδατος πανταχόθεν και ησύχως.

Ϛ'. Α μ ν η σ ί δ ε ς, ή Α μ ν η σ ι ά δ ε ς απο της πόλεως της Κρήτης Αμνησού, και του παρ αυτή ομωνύμου ποταμού, εκ των οποίων έλαβεν η Άρτεμις είκοσι, ως είρηται εκεί.

Ζ'. Ω κ ε α ν ί δ ε ς, και Ω κ ε α ν ί ν α ι, θυγατέρες του Ωκεανού, αι οποίαι ήσαν τρεις χιλιάδες, και εκ τούτων έλαβεν εξήκοντα η Άρτεμις.

Η'. Σ ι θ ν ί δ ε ς, της μεγαλοπρεπούς κρήνης των Μεγάρων, την οποίαν έκτισεν ο τύραννος Θεαγένης εν τω μέσω της πόλεως, θέας αξίαν, δια το μέγεθος, την μεγαλοπρέπειαν, και το πλήθος των
ϛύλων · και το ύδωρ ταύτης ωνομάζετο των Σιθνίδων Νυμφών · πόθεν δε ωνομάσθησαν Σιθνίδες, άδηλον. Τούτο μόνον έλεγον οι Μεγαρείς, οτι ήσαν Νύμφαι επιχώριοι, και εκ μιας τούτων εγέννησεν ο Ζευς τον Μέγαρον, περί ου ρηθήσεται εν τω οικείω τόπω.

Θ'. Π υ ρ σ α ν ί δ ε ς, απο των πυρσών, των λαμπάδων
· ίσως ενομίζοντο Προϛάτιδες των πυρσών. [(σχόλιο: τι να τους κάνουν τους πυρσούς...)]

I'. Μ υ κ α λ η σ ί δ ε ς, αι οποίαι διέτριβον εις την νήσον Σάμον, και ωνομάσθησαν ούτως απο του άντικρυ της Σάμου ακρωτηρίου της Ιωνίας, Μυκάλη
ονο[(μαζο)]μένου, και ήτον εκ των Ορειάδων.

ΙΑ'. Α κ μ ή ν ε ς
· επειδή προξενούσιν ακμήν εις τα φυτά · ή διότι είναι πάντοτε ακάματοι · όθεν ωνόμαζον αυτάς και Α κ μ ή τ α ς, και είχον τον βωμόν αυτών εις το ϛάδιον των Ολυμπιακών αγώνων.

ΙΒ'. Δ η λ ι ά δ ε ς, αι οποίαι
διέτριβον εις την Δήλον, θυγατέρες του Ινωπού ποταμού, και έψαλλον το Ιερόν μέλος της Ειλειθυίας, ότε εγέννησεν η Λητώ την Άρτεμιν και τον Απόλλωνα εκεί.

ΙΓ'. Ε σ π ε ρ ί δ ε ς, θυγατέρες του Εσπέρου, περί ων είρηται, εν τω οικείω τόπω.

ΙΔ'. Θ ε σ σ α λ ί δ ε ς, όσαι διέτριβον εις την Θεσσαλίαν περί τον Πηνειόν ποταμόν, και ήτον θυγατέρες αυτού του Πηνειού.

ΙΕ'. Κ α
ϛ α λ ί δ ε ς, όσαι διέτριβον εις την Καϛαλίαν πηγήν του Παρνασσού.

Ι
Ϛ'. Γ λ ύ φ ι α ι, απο τινος όρους Γλυφίου καλουμένου, επειδή διέτριβον εκεί εις εν άντρον.

ΙΖ'. Α β α ρ β α λ α ί α ι, των οποίων δεν ευρίσκεται ούτε η παραγωγή, ούτε άλλο τι.

ΙΗ'. Α β α ρ β α ρ έ α ι, ή Α β α ρ β α ρ α ί α [(ι)]
· αύται ήσαν εκ των Ναϊάδων, και ωνομάσθησαν απο της Νύμφης Αβαρβαρέας, εξ ης εγέννησεν ο Βουκολίων τον Αίσηπον και Πήδασον · ίσως ήσαν αι αυταί Αβαρβαρέαι, και Αβαρβαλαίαι, και μετεβλήθη το λ εις το συγγενές αυτού υγρόν.

ΙΘ'. Π τ ε ρ ί δ ε ς
· ούτε περί τούτων ευρίσκεται άλλο τι · τουλάχιϛον εγώ δεν εύρον.

Κ'. Τ ι β ε ρ ι ν ί δ ε ς, όσαι διέτριβον εις τον Τίβεριν ποταμόν της Ιταλίας.

ΚΑ'. Α ν ι γ ρ ί δ ε ς, απο τινος ποταμού της Ήλιδος Ανίγρου ονομαζομένου, εις το Σαμικόν καλούμενον χωρίον, απο της πλησίον πόλεως Σαμίας, όπου ήτον και σπήλαιον των Ανιγρίδων Νυμφών ονομαζόμενον, και ολίγοντι του ποταμού απέχον. Εις τούτο δε το σπήλαιον εισήρχοντο οι λεπροί και προσήυχοντο, υποσχόμενοι και τινα θυσίαν εις τας Νύμφας
· έπειτα απέματον την λέπραν, και ύϛερον διέβαινον τον ποταμόν κολυμβώντες, και εξήρχοντο υγιείς.

ΚΒ'. Κ α λ λ ι
ϛ  έ φ α ν ο ι, απο της ρηθείσης Κοτίνου καλλιϛεφάνου καλουμένης, ήτις ήτον εις την Ολυμπίαν, και απ' αυτής έκοπτον κλώνους και έϛεφον τους αθλητάς · πλησίον δε ταύτης ήτον Ιερόν των Νυμφών Καλλιϛεφάνων απ' αυτής καλουμένων.

ΚΓ'. Α υ λ ι ά δ ε ς, όσαι επρο
ϛάτευον τα Αύλια, τας Μάνδρας των ποιμένων.

ΚΔ'. Κ ι θ α ι ρ ω ν ί δ ε ς, όσαι διέτριβον εις το άντρον Σφραγίδιον καλούμενον, το οποίον ήτον εις μίαν προς δυσμάς κορυφήν του Κιθαιρώνος
· όθεν ωνομάζοντο και Σφ[(ρ)]αγίτιδες. Εκεί ήτον και μαντείον παλαιόν των Σφραγιτίδων Νυμφών ονομαζόμενον, και πολλοί των εγχωρίων εισερχόμενοι εις το άντρον εγίνοντο Νυμφόληπτοι · οίον, ενθουσιάζοντο [(σημείωση: Εν-Πνέοντο εν ΕυΔαιμονίη)].

ΚΕ'. Ι σ μ η ν ί δ ε ς, απο του Ισμηνού ποταμού
· είχον και αυταί Ιερόν εις τας Αθήνας.

Κ
Ϛ'· Λ ι β η θ ρ ί δ ε ς, απο του όρους της Βοιωτίας Λίβηθρον, και Λείβηθρον καλούμενον, όπου ήτον αγάλματα των Μουσών και Νυμφών Λιβηθρίδων ονομαζομένων, και δύω πηγαί, κατεσκευασμέναι εις σχήμα μαϛών γυναικός, και η μεν μία ωνομάζετο Λιβηθριάς, η δ' άλλη Πέτρα · το δε ύδωρ αυτών ήτον λευκόν ως γάλα.

ΚΖ'. Ο ρ θ ρ υ
ΐ δ ε ς, απο τινος όρους της Μηλίας εις την Θεσσαλίαν Όρθρυος καλουμένου, εις το οποίον διέτριβον · και ότε εκιθάριζεν ο ποιμήν Τέραμβος, ήρχοντο και εχόρευον περί αυτόν, και τον εβοήθουν. Αυτός όμως ωνείδησεν αυτάς ποτέ, ότι δεν ήτον θυγατέρες του Διός, και άλλα πολλά τοιαύτα · όθεν ετιμώρησαν αυτόν, ως ρηθήσεται εκεί.

ΚΗ'. Η ρ η σ ί δ ε ς, απο της Ήρας
· επειδή αυταί επιμελούντο, και παρεσκεύαζον τα λουτρά της Ήρας.

ΚΘ'. Ν υ σ η
ΐ δ ε ς ή Ν υ σ ι ά δ ε ς, απο του όρους Νύσης, ένθα ανέθρεψαν τον Διόνυσον, αι οποίαι ήτον έξ. Κισσηΐς, Νύσα, Ερατώ, Ερίφεια, Βρομία, και Πολυμνία [(δύο απο τις έξι είναι και Μούσες)] · και αύται ήτον, κατά τινας, αι καταϛεριθείσαι Υάδες. Τινές δε αναφέρουσι και άλλας, την Αμβροσίαν, Αρσινόην, και Βάκχην.

Λ'. Μ ε λ ί α ι, αυτάς νομίζουσι και Μηλίδας, και Επιμελίδας, απο των δένδρων Μηλέων, ή Μελιών, κατά τινας. Αλλ' ο Σοφοκλής λέγει τας Μηλιάδας απο της χώρας Μηλίας, περί την Τραχίνα, λεγομένης. Κατ' άλλους δε, αι Μελίαι εγεννήθησαν, και ωνομάσθησαν απο της Μελίας θυγατρός του Ωκεανού. Κατ' άλλους δε, εγεννήθησαν εκ του αίματος του Ουρανού. Άλλοι δε παράγουσιν αυτάς απο ετερογλώσσων ονομάτων, οι μεν απο του Εβραϊκού, οι δε απο του Συριακού, ή Φοινικικού
· ήσαν δε εννέα · Ελίκη, Κυνοσούρα, Αρεθούσα, Ίδη, Κρίμη, Βριθώ, Κελαινώ, Αδράϛεια, και Γλαύκη, και διέτριβον εις τα σώματα των ανθρώπων. Δηλαδή αυταί ήτον αι ψυχαί. Κατ' άλλους δε, αυταί ήτον αισθήσεις, και εγεννήθησαν εκ τόπων υγρών.

ΛΑ'. Μ έ λ ι σ σ α ι, Προ
ϛάτιδες των θυσιών, και όλων των μυϛηρίων, και φαίνεται οτι ωνομάσθησαν απο της Μελίσσης Ιερίσσης της Δήμητρος. Κατ' άλλους δε, αυταί ήσαν αι ψυχαί των αποθνησκόντων, και η αιτία όλων των ηδονών εις τους ζώντας, εν ω ζώσι δηλονότι έτι τα σώματα.

ΛΒ'. Κ ν ώ σ σ ι α ι, απο της Κνωσσού πόλεως της Κρήτης, αι τροφοί του Διός
· όθεν τα ορχήματα τούτων και των Κορυβάντων ωνομάζοντο Κνώσσια, τα δε του Διονύσου Νύσια, απο της Νύμφης Νύσης, ή της πόλεως ή του όρους.

Επισημότεραι δε, και γνω
ϛότεραι των Νυμφών, ήσαν αι εξής.

Α'. Α κ α κ α λ λ ί ς
· εξ ης εγέννησεν ο Απόλλων τον Φυλακίδην και Φίλανδρον, εν τη Τάρρα πόλει της Κρήτης, και εις τον οίκον του Καρμάνορος, ότε ήλθεν εκεί να καθαρισθή, μετά τον φόνον του Πύθωνος. Κατ' άλλους δε, εγέννησε και τον Νάξον εξ αυτής · τον δε Φυλακίδην και Φίλανδρον ανέθρεψε μία Αίγα με το γάλα αυτής, εις την Έλυρον πόλιν της Κρήτης · όθεν οι Έλυροι αφιέρωσαν εις τους Δελφούς Αίγα χαλκήν θηλάζουσαν δύο βρέφη · ήτον όμως και άλλη Ακακαλλίς θυγάτηρ του Μίνωος, περί της οποίας ρηθήσεται εκεί.

Β'. Η Α ί γ λ η
· θυγάτηρ του Ηλίου και της Νεαίρας, και μία των Ναϊάδων, η ωραιοτάτη πασών των Νυμφών · όθεν ωνόμασαν απ' αυτής την λάμψιν Αίγλην. Τινές δε λέγουσιν, οτι αυτή εγέννησε τας Χάριτας εκ του Απόλλωνος · ήτον όμως και άλλη Αίγλη θυγάτηρ του Ηλίου και αδελφή του Φαέθωντος · και άλλη, μία των Εσπερίδων, και άλλη, θυγάτηρ του Ασκληπιού · είχε και η Σελήνη επίθετον τοιούτον.

Γ'
. Η Α ί γ α, ή Α ί γ η, ως είρηται, και
Δ'. Ε λ ί κ η, θυγατέρες του Ωλένου, και τροφοί του Διός, αι κατα
ϛεριθείσαι · και απο της Ελίκης ωνομάσθη, κατά τινας, η πόλις Ελίκη της Πελοποννήσου. Κατ' άλλους δε απ' άλλης Ελίκης γυναικός του Ίωνος, ως ρηθήσεται εκεί · ήτον δε και άλλη Ελίκη, μία των Δαναΐδων.

Τροφοί του Διός, κατ' άλλους, εν τη Αρκαδία, εις το Παρράσιον Άλσος. Και ήτον τα αγάλματα αυτών εν τη Τεγέα περί την Ρέαν, ήτις εκράτει τον Δία ως βρέφος, εις τον βωμόν της Αλέας Αθηνάς.
E'. Α γ ν ώ.
Ϛ'. Ν έ δ α.
Ζ'. Θ ε ι σ ώ α.
Η'. Ο ι ν ό η.
Θ'. Ί δ η.
I. Α ν θ ρ α κ ί α.
ΙΑ'. Α λ κ ι ν ό η.
IΒ'. Φ ρ ί ξ α.
IΓ'. Δ ί α.
IΔ'. Α ρ χ ι ρ ό η.
ΙΕ'. Μ υ ρ τ ώ ε σ σ α.

Και απο μεν της Αγνούς ωνομάσθη η πηγή Αγνώ της Αρκαδίας. Απο δε της Νέδας, η οποία ήτον θυγάτηρ του Ωκεανού, ωνομάσθη ο ποταμός Νέδας. Απο δε της Θεισώας, η πόλις Θεισώα, προς άρκτον του Λυκαίου όρους, εις την επικράτειαν της Μεγαλουπόλεως, όπου ωνομάζετο και η περί αυτήν χώρα Θεισωαία, και ετιμάτο εκεί μεγάλως η Θεισώα.

Εις την Μεγαλούπολιν όμως εις τον Ναόν των μεγάλων Θεών, ευρέθησαν τα αγάλματα των Αρκαδικών λεγομένων Νυμφών
· της Ναϊάδος Δίας, ήτις εκράτει νήπιον εις τας χείρας · της Ανθρακίας, ήτις ευρέθη και Αυθρακία εις τα χειρόγραφα γεγραμμένη, εκράτει δάδα · της Αγνούς δε εκράτει εις την μίαν χείρα υδρίαν, και εις την άλλην φιάλην · της Αρχιρόης και Μυρτωέσσης, αι οποίαι είχον υδρίας, και απ' αυτών έτρεχεν ύδωρ. Και αυτάς έλεγον οι Αρκάδες Νύμφας Αρκαδικάς. Επειδή δε ωνομάζετο Κρητέα εν μέρος του Λυκαίου όρους, αριϛερόθεν του άλσους του Απόλλωνος Παρρασίου καλουμένου, έλεγον, οτι εν ταύτη τη Κρηταία ανέθρεψαν τον Δία αι Νύμφαι αι Αρκαδικαί, και ουχί εις την νήσον Κρήτην, ως άλλοι λέγουσι. Πλην τροφούς αυτού λέγουσι μόνον τας τρεις πρώτας.

Ι
Ϛ'. Ι θ ώ μ η. Οι δε Μεσσήνιοι έλεγον, οτι η Ιθώμη αύτη, και η Νέδα ήτον Νύμφαι της Μεσσηνίας. Και αυταί ανέθρεψαν τον Δία εκεί. Και απο μεν της Ιθώμης ωνομάσθη το όρος των Μεσσηνίων Ιθώμη, και η πόλις Ιθώμη, εις το όρος τούτο, την οποίαν αναφέρει και ο Όμηρος, Ιθώμην κλωμακόεσσαν, ή κλιμακόεσσαν, κατά τα χειρόγραφα. Προς την κορυφήν δε του όρους ήτον πηγή Κλεψύδρα ονομαζομένη, και εις αυτήν έλουσαν τον Δία αι Νύμφαι πρώτον, ως είρηται εκεί · όθεν ωνομάσθη η πηγή Κλεψύδρα απο της κλοπής των Κουρητών · εκεί ήτον και Ιερόν του Διός Ιθωμάτα επονομαζομένου απο της τροφού, ή απο του όρους, και έφερον ύδωρ καθ' εκάϛην ημέραν απο της πηγής εις το Ιερόν · εώρταζον και εορτήν επέτειον Ιθωμαίαν καλουμένην. Και μάλιϛα ο Παυσανίας συμπεραίνει, οτι εγίνετο το αρχαίον και αγών μουσικής εκεί · επειδή ο Εύμηλος, εις τα εις Δήλον προσώδια, λέγει και τούτο.

"Τω γαρ Ιθωμάτα καταθύμιος έπλετο μοίσα,
Α καθαρά και ελεύθερα άσματα έχουσα".

Απο δε της Νέδας ωνομάσθη ο ποταμός της Μεσσηνίας
· ο ποταμός όμως ήτον ο αυτός, πηγάζων προς το Λύκαιον όρος, και ρέων δια της Μεσσηνίας εις την Θάλασσαν.

ΙΖ'. Α δ ρ ά
ϛ ε ι α.

ΙΗ'. Α μ ά λ θ ε ι α.

Άλλοι δε επαριθμούσιν ενταύθα και την Ίδην, λέγοντες, οτι ήσαν αδελφαί, και θυγατέρες του Μελισσέως, Βασιλέως της Κρήτης, και αυταί ανέθρεψαν τον Δία εις την Κρήτην, και έδωκαν εις αυτόν την σφαίραν να παίζη. Επισημοτέρα δε ήτον η Αμάλθεια, και αυτή μόνη ανέθρεψε τον Δία, κατ' άλλους. Κατ' άλλους δε, δεν ήτον θυγάτηρ του Μελισσέως, αλλά Νύμφη μόνον αγνώ
ϛων γονέων. Κατ' άλλους δε, ήτον Αίγα τω όντι και εθήλαζε τον Δία, ως είρηται εν τω περί Αιγός · και απο μεν του ενός κέρατος αυτής έρρεεν Αμβροσία, απο δε του άλλου Νέκταρ. Και με το γάλα αυτής ανέθρεψαν τον Δία αι θυγατέρες του Μελισσέως · όθεν αυτήν μεν κατηϛέρισεν ο Ζευς, το δε Κέρας αυτής το περιβόητον, το της Αμαλθείας Κέρας λεγόμενον, έδωκεν εις τας θυγατέρας του Μελισσέως, το οποίον είχε δύναμιν να δίδη ό,τι επιθυμήση ο έχων αυτό. Κατ' άλλους δε, το Κέρας τούτο έδωκεν ο Ερμής εις τον Ηρακλέα, ότε ήρχετο να λάβη τας βους του Γηρυόνου, και ούτως είχεν ο Ηρακλής πανταχού ό,τι και αν ήθελε. Κατ' άλλους δε, το Κέρας ήτον της Αμαλθείας, και η Αμάλθεια θυγάτηρ του Αιμονίου, και ο Αχελώος έδωκεν αυτό εις τον Ηρακλέα, ως ρηθήσεται εκεί.

Ο Διόδωρος όμως λέγει, οτι η Αμάλθεια, την οποίαν γράφει Αμαλθίαν, ήτον παρθένος ωραιοτάτη, διατρίβουσα περί τα Κεραύνια όρη της Λιβύας. Και εκεί εγέννησεν εξ αυτής ο Άμμων τον Λίβυ[(ο)]ν Διόνυσον, ως είρηται
· ύϛερον δε έδωκεν εις αυτήν μέρος γης ευφορώτατον, το οποίον είχε σχήμα Κέρατος · όθεν ωνομάσθη Κέρας Αμαλθίας, και ωνόμαζον ύϛερον οι άνθρωποι τους τοιούτους καρποφόρους τόπους, Κέρας Αμαλθίας παροιμιωδώς · όθεν και το,

"Ένθ' ίνα μοι βίος ε
ϛίν Αμαλθείας κέρας αιγός ·"
και,

"Aγρόν γαρ λέγουσιν Αμαλθείης κέρας είναι".

Ο δε Παλαίφατος λέγει, οτι η Αμάλθεια ήτον νέα και ωραία εις υπερβολήν, και διέτριβεν εις την Βοιωτίαν, εις εν πανδοχείον των Θεσπιών. Διαβαίνων ουν ο Ηρακλής εκείθεν, και καταλύσας εις το πανδοχείον, έμεινεν εκεί υπέρ το δέον, χάριν της Αμαλθείας, ξενιζόμενος, και περιποιούμενος υπ' αυτής
· ο Ιόλαος όμως ο ανεψιός του Ηρακλέους, ός τις ήτον υποϛρατηγός αυτού εις όλας τας εκϛρατείας, ελυπείτο δια την αργοπορείαν · όθεν παρατηρήσας εύρε την εμπωλήν (*) της γυναικός εις κέρατον κεκρυμμένην, και έκλεψεν αυτήν.
- - - - - - - - -
(*) Τα χρήματα, τα οποία εσύναζεν εκ της πωλήσεως.

Και ούτως ανεχώρησεν ο Ηρακλής εκείθεν, μη ξενιζόμενος πλέον, δια την έλλειψιν των χρημάτων. Και επειδή ηγόραζεν ύ
ϛερον εις την οδοιπορείαν ό,τι ήθελεν ο Ιόλαος, και δι εαυτόν και δια τον Ηρακλέα, εκ των χρημάτων εκείνων, έλεγον οι συνοδοιπόροι, οτι ο Ηρακλής έχει το Κέρας της Αμαλθείας. Κατά τούτον ουν τον λόγον φαίνεται, οτι η παροιμία ήτον επί Ηρακλέους, εκ της Αμαλθείας μητρός του Διονύσου, και της Κερατοειδούς Χώρας αυτής · επειδή εκείνος ο Διόνυσος, και ο Άμμων ήσαν πολύ αρχαιότεροι του Θηβαίου Ηρακλέους. Η δε αλληγορία, οτι ο Ερμής έδωκε το Κέρας εις τον Ηρακλέα, δια να έχη ό,τι θέλει εις την εκϛρατείαν εκείνην, ευοδούται θαυμασιώτατα, όταν εν[(ν)]οήσωμεν την κλοπήν, ή τον κλέπτην, αντί του Ερμού του εφόρου των κλεπτών · καθότι ο Ιόλαος έκλεψεν επιτηδείως το Κέρας. Δεν είναι παράξενον αν ωνομάζετο Αμάλθεια και η τροφός του Διός, και εκ πάντων τούτων συνέβη η ρηθείσα πολύπλοκος μίξις, και άλλοι μεν λέγουσιν αυτήν Νύμφην, άλλοι δε Αίγα · και επειδή κατηϛερίσθη, κατά την τότε συνήθειαν, ηύχοντο οι άνθρωποι προς την Ουράνιον Αίγα, να απολαύσωσιν ό,τι ήθελον. Και ταύτα μεν περί της Αμαλθείας. Εκ δε της Αδραϛείας νομίζουσί τινες, οτι ωνομάσθη ο τόπος της Τρωάδος Αδράϛεια · τούτο όμως αμφιβάλλεται, επειδή εχρημάτισαν και πολλοί Άδραϛοι.

ΙΘ'. Η Α ρ γ υ ρ ά,
η αγαπήσασα τον Σέλεμνον ποταμόν, και απ' αυτής ωνομάσθη και η πηγή της Αχαΐας, ως ρηθήσεται εκεί.

Κ'. Η Β ο λ ί ν α, την οποίαν αγαπήσας ο Απόλλων κατεδίωκεν, εκείνη δε φεύγουσα και αναγκασθείσα έπεσεν εις την θάλασσαν και επνίγη
· ο Απόλλων όμως έκαμεν αυτήν αθάνατον, και απ' αυτής ωνομάσθη η πόλις της Αχαΐας Βολίνα, και ο Ποταμός Βολιναίος.

ΚΑ'. Η Κ α λ λ ι
ϛ ώ · θυγάτηρ, κατά μεν τινας, του Λυκάονος, κατ' άλλους δε του Νυκτέως, ή του Κητέως · και κατ' άλλους, ήτον Νύμφη μόνον απλώς, αγνώϛων γονέων · τινές δε νεώτεροι λέγουσιν, οτι ωνόμαζον αυτήν και Θεμιϛώ, και Μεγιϛώ · και ίσως εκ τούτου προήλθεν η διαφορά των γονέων · όμως η κοινωτέρα γνώμη και πιθανωτέρα, δέχεται την Καλλιϛώ θυγατέρα του Λυκάονος.

Επειδή δε ηγάπησε το κυνήγιον και την παρθενίαν η Καλλι
ϛώ, συνεθήρευε με την Άρτεμιν ενδεδυμένη και ενωπλισμένη ως εκείνη, ώμοσε να μείνη και αείποτε παρθένος · ο Ζευς όμως ερασθείς το κάλλος αυτής, μετεμορφώθη εις τον Απόλλωνα, ή εις την Άρτεμιν, κατ' άλλους, και εξηπάτησεν αυτήν. Φοβούμενος δε ύϛερον την Ήραν, μετεμόρφωσεν αυτήν εις Άρκτον. Εννοήσασα όμως η Ήρα το πράγμα, κατέπεισε την Άρτεμιν και ετόξευσεν αυτήν. Κατ' άλλους δε, η Άρτεμις ετόξευσεν αυτήν, επειδή δεν εφύλαξε την παρθενίαν, κατά την ένορκον υπόσχεσιν αυτής · ο δε Ζευς αυτήν μεν κατηϛέρισε, και την ωνόμασε μεγάλην Άρκτον, το δε βρέφος, επειδή ήτον έγκυος, έλαβεν, εν ω απέθνησκεν αυτή, και το παρέδωκεν εις την Μαίαν να το αναθρέψη, ονομάσας αυτό Αρκάδα.

Κατ' άλλους δε, ότε ελούοντο ποτέ, παρετήρησεν η Άρτεμις, οτι ήτον έγκυος η Καλλι
ϛώ, και ηρώτησεν αυτήν πόθεν · ήτον όμως τότε εννέα μηνών · εκείνη δε απεκρίθη, εκ σου · επειδή είχε το σχήμα αυτής τότε ο Ζευς. Τότε οργισθείσα η Άρτεμις μετεμόρφωσεν αυτήν εις Άρκτον, και ούτως, Άρκτος ούσα, εγέννησεν εις τα όρη τον Αρκάδα. Ευρόντες ουν αυτήν εκεί τινές ποιμένες, την έφερον εις τον πατέρα αυτής Λυκάονα με το βρέφος. Μετά δε ταύτα, ότε ο υιός αυτής ήτον ηλικιωμένος, η Καλλιϛώ εισήλθεν εις το άβατον Ιερόν, μη γνωρίζουσα τον νόμον, οτι δεν ήτον άδεια να εμβή εκεί ούτε ζώον · όθεν ώρμησαν οι Αρκάδες, ομού και ο υιός αυτής, να την φονεύσωσι. Και τότε ο Ζευς αρπάσας αυτήν εκ του κινδύνου, την κατηϛέρισεν. Κατ' άλλους δε, ο υιός αυτής Αρκάς θηρεύων, ότε ήτον δεκαπενταετής, εύρεν αυτήν εις τα δάση ως Άρκτον, και ήθελε να την φονεύση, μη γνωρίζων αυτήν, και τότε την κατηϛέρισεν ο Ζευς, μη θέλων να γένη μητροκτόνος ο υιός αυτού.

Φθονήσασα δε η Ήρα και την τιμήν ταύτην του κατα
ϛερισμού, παρεκάλεσεν τον Ωκεανόν και την Τιθύν, να μη δέχωνται την Καλλιϛώ, οίον, την μεγάλην Άρκτον, εις το βασίλειον αυτών, λόγω μεν, να μη λούηται εις τον Ωκεανόν, και μιαίνει τα καθαρά ύδατα αυτού · έργω δε, να μη καθαρίζηται λουομένη, και λάμπει περισσότερον εις τον Ουρανόν. Όθεν δεν ετόλμησε ποτέ η μεγάλη Άρκτος να καταβή εις τον Ωκεανόν, αλλά περιφέρεται αείποτε περί τον πόλον, και υπέρ του ορίζοντος. Τούτο δε επλάσθη, επειδή η μεγάλη Άρκτος πλησίον του πόλου ούσα, δεν κρύπτεται ποτέ υπό τον ορίζοντα, αλλά φαίνεται περιφερομένη περί τον πόλον, ως και τα άλλα πλησίον του πόλου άϛρα.

Ή
τον δε ο τάφος της Καλλιϛούς, επί Παυσανίου, εν τη Αρκαδία, άνωθεν της πόλεως Τρικολώνων ονομαζομένης, και τριάκοντα ϛάδια κάτωθεν της πηγής Κρουνών καλουμένης, όπου ήτον ύψωμα γης ικανόν και κατασκευαϛόν, έχον δένδρα πολλά ήμερα και άκαρπα, και εις την άκραν του χώματος, οίον, του υψώματος, ήτον Ιερόν της Αρτέμιδος Καλλίϛης επονομαζομένης. Νομίζει δε ο Παυσανίας, οτι ο Ποιητής Πάφως ωνόμασε Καλλίϛην πρώτος την Άρτεμιν. Ταύτα και περί της Καλλιϛούς.

ΚΒ'.
Α σ ί α. Θυγάτηρ του Ωκεανού και της Τιθύος, και γυνή του Ιαπετού, όρα εκεί. Απ' αυτής ωνομάσθη η Ασία.

ΚΓ'. Κ α σ σ ω τ ί ς. Νύμφη του Παρνασσού, απ' αυτής ωνομάσθη η εν Δελφοίς πηγή Κασσωτίς. [(λέγεται οτι βρισκόταν κοντά στον ναό του Απόλλωνος, σήμερα δεν υπάρχει)]

ΚΔ'. Κ α
ϛ α λ ί α. Θυγάτηρ του Αχελώου, αφ' ης ωνομάσθη η πηγή του Παρνασσού Καϛαλία.

ΚΕ
'. Κ α ϛ α λ ί α, άλλη. Νύμφη του Παρνασσού, την οποίαν αγαπήσας κατεδίωκεν ο Απόλλων · αυτή δε αναγκασθείσα ανελύθη, ή μετεβλήθη εις την ρηθείσαν πηγήν · κατ' άλλους δε, έπεσε και επνίγη εις την πηγήν, και απ' αυτής ωνομάσθη η πηγή, κατά τούτους · όθεν ο Απόλλων έδωκεν, εις τιμήν αυτής, την μαντικήν δύναμιν εις το ύδωρ της πηγής.

Κ
Ϛ'. Κ υ α ν ή. Νύμφη της Σικελίας, και συμπαίκτρια της Περσεφόνης. Αυτή είπε προς τον Πλούτωνα, ότε ήρπαζε την Περσεφόνην, τα εξής · έπρεπε να την καταπείσης με γλυκύτητα, και ημερότητα, καθώς κατέπεισε και εμέ ο Ανάπης, και δια τούτο εις τους ημετέρους γάμους δεν παρευρέθη, ούτε ο Φόβος, ούτε η Διχόνοια, και ουχί να την αρπάσης βιαίως και τυραννικώς. Και επειδή δεν υπήκουσεν ο Πλούτων, μετεμορφώθη εις ποταμόν υπο της λύπης η Κυανή.

Έπεσε δε εκεί η ζώνη της Περσεφόνης, και επειδή, ότε ήλθεν η Δήμητρα, και εζήτει την Περσεφόνην, η Κυανή δεν εδύνατο να ομιλήση, αφήκε την ζώνην να πλέη εις την επιφάνειαν των υδάτων
· ταύτην ιδούσα η Δήμητρα, εννόησε την αρπαγήν της θυγατρός αυτής. Μετεμορφώθη δε και ο ανήρ αυτής Ανάπης εις άλλον ποταμόν, και ηνώνοντο και οι δύο πρώτον, έπειτα εχύνοντο ηνωμένοι εις την Θάλασσαν. Κατ' άλλους δε, ο Πλούτων πατάξας την γην διέσχισεν αυτήν, και κατέβη εκείθεν εις τον Άδην · και εκ του χάσματος εκείνου εξήλθεν η Κυανή πηγή, την οποίαν αφιέρωσαν οι Συρακούσιοι, επειδή ήτον εκεί πλησίον, εις την Περσεφόνην, και εώρταζον εκεί πανήγυριν λαμπράν κατ' έτος.

ΚΖ'. Δ α υ λ ί ς. Θυγάτηρ του Κηφισσού, αφ' ης ωνομάσθη η πόλις της Φωκίδος Δαυλίς. Κατ' άλλους δε, οι παλαιοί ωνόμαζον τα πυκνά δάση Δαύλια, ή Δαύλα, και επειδή ο τόπος εκείνος ήτον τοιούτος, ωνομάσθη η πόλις Δαυλίς.

ΚΗ'. Ε χ ε ν α
ΐ ς. Νύμφη της Σικελίας, ήτις ηγάπησε τον ποιμένα Δάφνιν υιόν του Ερμού, και ετύφλωσεν αυτόν, ως ρηθήσεται εκεί.

ΚΘ'. Η γ ν α τ ί α. Νύμφη της Ιταλίας, απ' αυτής ωνομάσθη η πόλις της Απουλίας Ηγνατία, όπου ετιμάτο ως Θεά, και ότε εθυσίαζον εις τον βωμόν αυτής, άναπτε το πυρ αυτόματον.

Λ'. Η χ ώ. Θυγάτηρ του Αέρος και της Γλώσσης, και Νύμφη φλύαρος και εύγλωττος
· όθεν ούσα αείποτε με τη Ήραν, συνήργει πολύ εις την ακόλαϛον κλίσιν του Διός · επειδή, ότε έλειπεν εκείνος, αυτή διηγείτο μακράς διηγήσεις, δια να μη έχη καιρόν η Ήρα να ενθυμήται, και ερωτά που είναι, και πέμπει εις ζήτησιν αυτού. Τέλος δε εννοήσασα την πανουργίαν η Ήρα, εκέλευσε να μη ομιλή πλέον, ειμή, όταν ερωτηθή μόνον, και τότε ολίγα, αποκρινομένη μόνον εις όσα ερωτηθή.

Ταύτην ουν την φλύαρον Νύμφην αγαπήσας ο Παν, ερεθιζόμενος υπο της Αφροδίτης, απέτυχεν
· επειδή αυτή ηγάπα τον χαριέϛατον νέον Νάρκισσον. Αλλ' απέτυχε και αυτή, ώϛε έτρεχε καθ' εκάϛην όπισθεν αυτού εις τα δάση, και δεν εδυνήθη ποτέ να ιδή το πρόσωπον αυτού. Όθεν μη υποφέρουσα την θλίψιν και καταφρόνησιν, ανεχώρησεν εις τας ερημίας, και κατεξηράνθη υπό της λύπης, ώϛε έμειναν μόνον τα οϛά αυτής · τέλος δε, μετεμορφώθη και εις πέτραν.

ΛΑ'. Ο ρ φ ν ή. Νύμφη του Άδου, εξ ης εγέννησεν ο Αχέρων τον Ασκάλαφον.

ΛΒ'. Φ ί λ υ ρ α. Θυγάτηρ του Ωκεανού, την οποίαν εξηπάτησεν ο Κρόνος εις την Θράκην
· έπειτα φοβούμενος την Ρέαν, μετεβάλλετο εις ίππον, και ήρχετο προς αυτήν συνεχώς, ώϛε εγκαϛρώθη η Φίλυρα. Κατ' άλλους δε, τούτο συνέβη εις την Θεσσαλίαν, επί του Πηλίου όρους, και κατέλαβεν αυτούς η Ρέα επ' αυτοφώρω · και τότε μετεμορφώθη ο Κρόνος εις ίππον, δια να μη γνωρισθή, και φεύγων δια του Πηλίου όρους, συνέσεισε και κατετάραξεν αυτό · ομοίως μετεμόρφωσε και την Φίλυραν εις ίππον, και ούτως εγέννησεν ύϛερον τον Κένταυρον Χείρωνα. Κατ' άλλους δε, εγέννησε και τον Δόλοπα εκ του Κρόνου. Κατ' άλλους δε, τούτο συνέβη εις μίαν νήσον του Ευξείνου Πόντου, ένθα διέτριβεν η Φίλυρα, και ωνομάσθη και η νήσος απ' αυτής Φιλυρηΐς. Και εκείθεν έφυγεν ύϛερον εις την Θεσσαλίαν, και εγέννησε τον Χείρωνα.

ΛΓ'. Α λ ο ξ ο θ ό η, ή Α λ ε ξ ι ρ ρ ό η, θυγάτηρ του Γρανικού ποταμού, εξ ης εγέννησεν ο Πρίαμος τον Αίσακον.

ΛΔ'. Α ν α ξ
ι β ί α · την οποίαν αγαπήσας ο Απόλλων, κατεδίωκεν αυϛηρώς, ώϛε ηναγκάσθη να καταφύγη εις τον Ναόν της Αρτέμιδος.

ΛΕ'. Ά ω ρ α. Νύμφη της Κρήτης, αφ' ης ωνομάσθη η πόλις της Κρήτης Άωρος.

Λ
Ϛ'. Α ρ γ ι ό π η. Νύμφη του Παρνασσού, ένθα εξηπάτησεν αυτήν ο Φιλάμμων · όθεν έφυγεν εις την Θράκην, και εκεί εγέννησε τον Θάμυριν.

ΛΖ'. Ο λ β ί α. Νύμφη της Βιθυνίας, αφ' ης ωνομάσθη η εκεί Ολβία πόλις
· εκ ταύτης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Αϛακόν, αφ' ου ωνομάσθη η πόλις της Βιθυνίας Αϛακός.

ΛΗ'. Β ά τ ε ι α. Μία των Να
ϊάδων, εξ ης εγέννησεν ο Οίβαλος τον Τύνδαρον, Ιπποκόωντα και Ικαρίωνα.

ΛΘ'. Β ι θ υ ν ί ς. Μία των Μελιών Νυμφών, εξ ης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Αμύκον. Ο σχολια
ϛής του Απολλωνίου λέγει, οτι ίσως ωνομάσθη απο του Βιθυνού υιού του Διός και της Θράκης, μιας των Τιτανίδων.

Μ'. Χ η σ ι ά ς. Νύμφη της Σάμου, εξ ης εγέννησεν ο Ίμβρασος, ποταμός της Σάμου, την Ωκυρρόην.

ΜΑ'. Κ ί ρ ρ α. Νύμφη της Φωκίδος
, αφ' ης ωνομάσθη η πόλις της Φωκίδος Κίρρα.

ΜΒ'. Κ λ α ί α, ή Κ α λ α θ α ί α κατ' άλλους. Νύμφη της Ελευθερολακωνίας, ένθα είχεν Ιερόν και σπήλαιον, εις το Καλάθιον όρος της Γερηνίας.

ΜΓ'. Κ λ ε ί ς ή Κ λ ε
ΐ ς.

ΜΔ'. Φ ι λ ί α.

ΜΕ'. Κ ο ρ ω ν ί ς. Νύμφαι της Νάξου, και τροφοί του Διονύσου, του ανατραφέντος εκεί, κατά τον λόγον των Ναξίων.

ΜϚ'. Κ λ ε ο δ ώ ρ α. Νύμφη του Παρνασσού, εξ ης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Παρνασσόν, ή ο Κλεόπομπος, κατ' άλλους.

ΜΖ'. Κ λ ο ν ί α · εξ ης εγέννησεν ο Υριεύς τον Νυκτέα και Λύκον.

ΜΗ'. Κ ν ω σ σ ί α
· εξ ης εγέννησεν ο Μενέλαος τον Ξενόδαμον.

ΜΘ'. Κ ω ρ υ κ ε ί α. Θυγάτηρ του Πλεί
ϛου και Νύμφη του Παρνασσού, εξ ης εγέννησεν ο Απόλλων τον Λυκωρέα, απο του οποίου ωνομάσθη η Λυκωρία άκρα του Παρνασσού, και οι Δελφοί Λυκωρείς. Απο δε της Κωρυκείας ωνομάσθη το περιβόητον Κωρύκειον άντρον του Παρνασσού, και αι Κωρύκειαι Νύμφαι.

Ν'. Α ν θ η δ ώ ν, αφ' ης ωνομάσθη η πόλις Ανθηδών της Βοιωτίας
· ή απο του Ανθάνος κατ' άλλους, του βασιλεύσαντος εκεί, του υιού του Ποσειδώνος, και της Αλκυόνης του Άτλαντος.

NΑ'. Μ ί δ ε ι α [(Μήδεια)], εξ ης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Ασπληδόνα, αφ' ου ωνομάσθη η Ασπληδών, πόλις της Βοιωτίας, ως έφη Χερσίας ο Ορχομένιος
·

"Εκ δε Ποσειδάωνος αγακλειτής τε Μιδείας.
Ασπληδών γένεθ' υιός αν' ευρύχορον πτολίεθρον".

Ο Ευ
ϛάθιος όμως λέγει τον Ασπληδόνα υιόν, ή του Ποσειδώνος ή του Πρέσβωνος, ή του Ορχομενού.

ΝΒ'. Β ι
ϛ ω ν ί ς, εξ ης εγέννησεν ο Άρης τον Τηρέα. Η δε Βιϛωνίς λίμνη, και οι Βίϛονες έθνος της Θράκης, ωνομάσθησαν απο του Βίϛονος, άλλου υιού του Άρεως, και της Καλλιρόης, θυγατρός του Νέϛου, αφ' ου ωνομάσθη ο εκεί ποταμός Νέϛος.

ΝΓ'. Β ρ ε τ τ ί α. Νύμφη της Μυσίας, αφ' ης ωνομάσθη η χώρα της Μυσίας Βρεττία [(είναι ακόμη σε χρήση το συνηθισμένο επίθετο Βρετ(τ)ός που κατά την παράδοση έχουν πολλά απο τα παιδιά των "Νερά
ϊδων", και η Βρετ(τ)ανία)].

ΝΔ'. Β ρ ί σ α, τροφός του Διονύσου, αφ' ης ωνομάσθη Βρισαίος. Άλλοι δε παράγουσιν άλλοθεν την επωνυμίαν ταύτην.

ΝΕ'. Β υ γ ο λ ί ς. Νύμφη των Τούσκων, και ευρετίς της Α
ϛραπομαντείας.

Ν
Ϛ'. Κ α λ ύ β η. Νύμφη της Τρωάδος, εξ ης εγέννησεν ο Λαομέδων τον Βουκολίωνα.

ΝΖ'. Κ υ δ ί π π η, συμπαίκτρια της Κυρήνης.

ΝΗ'. Τ ρ ι τ ω ν ί ς. Νύμφη της Λιβύας, εξ ης ο Αμφίθεμις, ο και Γαράμας ονομαζόμενος υιός του Απόλλωνος και της Ακακαλλίδος, εγέννησε τον Νασαμώνα και Κάφαυρον, ό
ϛις εφόνευσεν τον Κάνθον, ένα των Αργοναυτών, επειδή ήθελε να αρπάση τα πρόβατα αυτού. Και απο μεν του Γαράμαντος τούτου, ωνομάσθησαν οι Γαράμαντες, απο δε του Νασαμώνος, οι Νασαμώνες, έθνη της Λιβύας. Ο δε Υγίνος ονομάζει Κεφαλίωνα τον Κάφαυρον · εφόνευσαν όμως και αυτόν οι Αργοναύτες ύϛερον.

ΝΘ'. Χ α ρ ι κ λ ώ, Μήτηρ του Τειρεσίου, και φίλη της Αθηνάς.

Ξ'. Χ α ρ ι κ λ ώ, άλλη. Θυγάτηρ του Απόλλωνος, ή του Πέρσου, ή του Ωκεανού, και γυνή του Χείρωνος, εξ ου εγέννησε την Ωκυρρόην, και τον Κάρυ
ϛον, αφ' ου ωνομάσθη η Κάρυϛος πόλις της Ευβοίας.

ΞΑ'. Χ ε λ ώ ν η
· είχε μικρόν οικίσκον πλησίον τινός ποταμού, και διέτριβεν εκεί. Ότε δε υπανδρύετο ο Ζευς, και εκάλεσεν ο Ερμής εις τους γάμους τους Θεούς όλους, τους ανθρώπους, και τα θηρία, η Νύμφη Χελώνη δεν κατεδέχθη να έλθη · μάλιϛα δε και εφλυάρει κατά του Διός. Όθεν, πεμφθείς ο Ερμής, έρριψεν αυτήν, με όλον τον οίκον αυτής, εις τον ποταμόν · έπειτα μεταμορφώσας αυτήν εις το ομώνυμον ζώον, την κατεδίκασε να κάθηται πάντοτε εις τον οίκον αυτής, να φέρη αυτόν, όπου και αν έρχηται, και να φυλάττη σιωπήν αιώνιον.

ΞΒ'. Ι δ α ί α, εξ ης ο Σκάμανδρος εγέννησε τον Τεύκρον.

ΞΓ'. Δ ί κ τ η, Νύμφη της Κρήτης
· κατεδίωκεν αυτήν ο Μίνως, αυτή δε φεύγουσα την ασέλγειαν, και αναγκασθείσα, έπεσεν απο τινος όρους εις την Θάλασσαν, και επνίγη · και απ' αυτής ωνομάσθη το όρος εκείνο Δίκτη, και Δίκταιον [(Δικταίον)].

ΞΔ'. Δ ι ο π ά τ ρ η, μία των Νυμφών εκείνων, τας οποίας κατεφρόνησεν ο Τέραμβος.

ΞΕ'. Δ ρ υ μ ώ, συμπαίκτρια της Κυρήνης, και υπηρέτις της Ήρας
·
ωνομάσθη δε Δρυμώ απο της δρυός.

Ξ
Ϛ'. Δ ω δ ώ ν η, μία των Ωκεανίδων, αφ' ης ωνομάσθη η Δωδώνη πόλις της Ηπείρου. Κατ' άλλους δε, απ' άλλης Δωδώνης θυγατρός του Διός και της Ευρώπης, ωνομάσθη η πόλις.

ΞΖ'. Σ ι ν ό η
· τροφός του Πανός.

ΞΗ'. Ε ρ α τ ώ. Πρόμαντις του Πανός, εξ ης εγέννησεν ο Αρκάς τον Αζάνα, Έλατον, και Αμφειδάμαντα. Άλλη όμως ήτον η Μούσα Ερατώ.

ΞΘ'. Ε υ ν ί κ η.
Ο'. Μ α λ ί ς.
(Αυταί ήρπασαν
τον Ύλαν του Ηρακλέους.)

ΟΑ'. Ε υ ρ ύ τ η
· εξ αυτής εγέννησεν ο Ποσειδών τον Αλλιρρόθιον.

ΟΒ'. Γ α ρ α μ α ν τ ί ς
· οίον, Νύμφη της Γαραμαντίας εν τη Λιβύα · εξ αυτής δε εγέννησεν ο Άμμων τον Ιάρβαν, βασιλέα των Γετούλων, έθνους της Λιβύας, ος τις εζήτησε την Διδώ γυναίκα · και επειδή εκείνη δεν ήθελεν, εκίνησε πόλεμον κατ' αυτής, και ηνάγκασε τους Καρχηδονίους, να παρακινήσωσι την Διδώ εις το ζήτημα αυτού εν τούτοις όμως απέθανεν η Διδώ, και δεν έλαβεν άνδρα ακουσίως. Ούτος ο Ιάρβας έκτισεν εκατόν Βωμούς μεγαλοπρεπείς, εις τιμήν του πατρός αυτού Άμμωνος, εις τους οποίους εθυσίαζον καθεκάϛην ημέραν.

ΟΓ'. Ι ο φ ώ σ σ α, εξ ης εγέννησεν ο Αλίφρων τον Δευκαλίωνα.

ΟΔ'. Ι ό π η, Νύμφη του Άδου.

ΟΕ'. Ί π π α, τροφός του Διονύσου, και Νύμφη της Φρυγίας
· εις ταύτην γράφει ο Ορφεύς τον τεσσαρακοϛόν όγδοον ύμνον, όπου λέγει αυτήν και τροφόν, και ως Ιέρισσαν του Διονύσου, και ονομάζει αυτήν και Χθονίαν μητέρα, και βασσίλισ[(σ)]αν · ο δε Πρόκλος λέγει, οτι ο Ορφεύς ωνόμαζεν αυτήν και ψυχήν του Παντός · και οτι ήτον εζωγραφισμένη, ως λαμβάνουσα τον Διόνυσον εξερχόμενον εκ του μηρού του Διός · και τρόπον τινά, παρίϛατο ως Μαία, βοηθούσα τον Δία εις την γέννησιν ταύτην.

Ο
Ϛ'. Ύ β ρ ι ς, εξ ης εγέννησεν ο Ζευς τον Πάνα.

ΟΖ'. Ε ι δ ο θ έ α, θυγάτηρ του Πρωτέως, η οποία συνεβούλευσε τον Μενέλαον, πώς να ερωτήση τον Πρωτέα περί της επι
ϛροφής αυτού · ηγάπησε και τον Κάνωβον τον Κυβερνήτην του Μενελάου, αλλ' απέτυχεν. Τινές δε ονομάζουσιν αυτήν Θεονόην, και λέγουσιν, οτι ήτον και μάντις.

ΟΗ'. Ε ι δ ο θ έ α, άλλη. Νύμφη Ορθρη
ΐς απο του όρους Όρθρηος των Μηλιέων, εξ ης εγέννησεν ο Εύσειρος υιός του Ποσειδώνος τον Τέραμβον.

ΟΘ'. Λ α ο θ ό η. Νύμφη της Θεσσαλίας και θυγάτηρ του Μερέτου, εξ ης εγέννησεν ο Ερμής τον Έυρυτον και Εχίονα, τους Αργοναύτας.

Π'. Λ ι λ α ί α. Να
ΐς, θυγάτηρ του Κηφισσού. Απ' αυτής ωνομάσθη η πόλις της Φωκίδος, άνωθεν των Δελφών, Λιλαία, όπου πηγάζει και ο Κηφισσός.

ΠΑ'. Μ ε λ ί α, θυγάτηρ του Πόντου, ή κατ' άλλους, ήτον Νύμφη της Βοιωτίας, ή του Ωκεανού, την οποίαν ήρπασεν ο Απόλλων. Ο δε Ωκεανός έ
ϛειλε τον υιόν αυτού Κάανθον εις ζήτησιν αυτής, ος τις την ηύρεν εις τον ναόν του Απόλλωνος, πλην δεν εδυνήθη να την ελευθερώση εκ των χειρών του Θεού · όθεν, αγανακτήσας, έρριψε πυρ εις το Τέμενος του Απόλλωνος, και δια τούτο, οργισθείς ο Θεός, ετόξευσεν αυτόν, τον οποίον έθαψαν εκεί, και εσώζετο το μνήμα αυτού εις το Ιερόν εκείνο της Βοιωτίας, Ισμήνιον καλούμενον · εγέννησε δε ο Απόλλων (ή το αληθές ειπείν, ο Ιερεύς του Απόλλωνος, ο αρπάσας την παρθένον, και φονεύσας και τον αδελφόν αυτής) δύο υιούς εκ της Μελίας, τον Ισμήνιον και Τήνερον · και τον μεν Τήνερον εδίδαξεν ο Απόλλων την μαντικήν, απο δε του Ισμηνίου ωνομάσθη ο εκεί ποταμός Ισμήνιος, Λάδων πρότερον ονομαζόμενος, και το Ιερόν του πατρός αυτού Ισμήνιον.

ΠΒ'. Νομία
· Νύμφη της Αρκαδίας, απο της οποίας ωνομάσθη Νόμια το όρος της Αρκαδίας.

ΠΓ'. Ο ρ ν έ α
· Νύμφη της Αργείας, αφ' ης ωνομάσθη η Κώμη της Αργείας Ορνεαί, την οποίαν λέγει Ορνειάς και ο Όμηρος. Κατ' άλλους δε, απο του Ορνέως υιού του Ερεχθέως ωνομάσθη η Κώμη.

ΠΔ'. Ο ρ σ η
ΐ ς · εξ ης εγέννησεν ο Έλλην τον Δώρον, Ξούθον, και Αίολον.

ΠΕ'. Π α σ ι θ έ α, εξ ης εγέννησεν ο Εριχθόνιος τον πρώτον Πανδίονα.

ΠϚ'. Φ ι γ α λ ί α. Νύμφη της Αρκαδίας, και απ' αυτής ωνομάσθη, κατά τινας, η πόλις της Αρκαδίας Φιγαλία.

ΠΖ'. Π α σ ι φ ά η. Νύμφη Ατλαντίς, εξ ης εγέννησεν ο Ζευς τον Άμμωνα, ήτις είχεν Ιερόν και Μαντείον εις τας Θαλαμίας πόλιν της Μεσσηνίας. Κατ' άλλους δε, η Κασσάνδρα του Πριάμου απέθανεν εκεί, και την ετίμησαν ονομάσαντες αυτήν και Πασιφάην, απο του πάσι φαίνειν τα μαντεία. Κατ' άλλους δε, αύτη ήτον η Δάφνη η θυγάτηρ του Αμύκλα, ήτις μετεμορφώθη εις το ομώνυμον φυτόν, φεύγουσα τον Απόλλωνα, και δια τούτο έλαβε δύναμιν μαντικήν, κατά χάριν, παρά του Απόλλωνος.

ΠΗ'. Ψ α λ ά κ α ν θ α, Νύμφη της Ικαρίας, ήτις ηγάπα σφοδρώς τον Διόνυσον
· επειδή όμως εκείνος ηγάπα σφοδρότερον την Αριάδνην, η Ψαλάκανθα συνήργησε πολύ εις εκτέλεσιν του έρωτος εκείνου, επί συμφωνία, να μεθέξη και αυτή ύϛερον των θελγήτρων του Διονύσου. Εκείνος όμως δεν ηθέλησεν ύϛερον να ευχαριϛήση την επιθυμίαν αυτής, φυλάττων πίϛιν προς την Αριάδνην · όθεν αυτή κατέτρεχε την Αριάδνην, και δια τούτο οργισθείς ο Διόνυσος, μετεμόρφωσεν αυτήν εις το ομώνυμον χόρτον. Μετανοήσας δε ύϛερον, περιετύλιξε τον ϛέφανον της Αριάδνης με το χόρτον τούτο, εις τιμήν της Ψαλακάνθης. Λέγουσι δε, οτι η βοτάνη αύτη είναι Αιγυπτία, την οποίαν περιάπτουσιν εις τους ίππους, και προξενεί νίκην και ευτυχίαν. Δια τούτο έφη Εύβουλος ο Κωμικός εις την εις Διόνυσον Κωμωδίαν, περί τούτου · και εκείθεν έχων ο Κριναγόρας την αρχήν έγραψεν εις το επίγραμ[(μ)]α.

"Και Προκλέους Ίπποι χλωράν Ψαλάκανθαν έχουσι".

Ομοιάζει δε το χόρτον τούτο, κατά μεν τινάς, με την βοτάνην Αρτεμησίαν καλουμένην, κατ' άλλους δε, με την Μελίλωτον.

ΠΘ'. Σ α γ γ α ρ ί τ η ς. Νύμφη της Φρυγίας, ονομασθείσα ούτως απο του Σαγγάρεως ποταμού. Τινές δε λέγουσιν, οτι ήτον εκ των Ναϊάδων, άλλοι, εκ των Αμαδρυάδων. Αύτη η Νύμφη αγαπήσασα τον Άττιν Ιερέα της Ρέας, ετιμωρήθη · επειδή η Ρέα έκοψε το δέδρον αυτής.

ϟ'. Σ ύ μ η, εξ ης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Χθόνιον · απ' αυτής ωνομάσθη η νήσος Σύμη. Κατ' άλλους δε, η νήσος ωνομάσθη απ' άλλης Σύμης.

ϟΑ'. Θ έ λ π ο υ σ α, Νύμφη της Αρκαδίας, και θυγάτηρ του Λάδωνος ποταμού. Τινές δε λέγουσιν αυτήν και Θάλπουσαν, και Τέλφουσαν · όμως, απ' αυτής ωνομάσθη η χώρα, και η εν αυτή πόλις της Αρκαδίας Θέλπουσα, δια της οποίας ρέων ο Λάδων ποταμός, εισβάλλει εις τον Αλφειόν.

ϟΒ'. Τ ι θ ο ρ έ α, Νύμφη της Φωκίδος, ήτις εγεννήθη εκ της δρυός, και απ' αυτής ωνομάσθη η πόλις της Φωκίδος Τιθορέα, ογδοήκοντα ϛάδια άνωθεν των Δελφών προς τον Παρνασσόν ούσα. Τινές δε γράφουσιν αυτήν και Τιθοραίαν.

ϟΓ'. Π α ρ ε ί α, Νύμφη της Πάρου, εξ ης εγέννησεν ο Μίνως τον Ευρυμέδοντα, Νηφαλίωνα, Χρύσην, και Φιλόλαον, οι οποίοι κατώκουν εις την Πάρον, και εφόνευσε δύο εξ αυτών ο Ηρακλής, ως ρηθήσεται εκεί.

ϟΔ'. Κ λ έ ο υ σ α. Μία των Να
ϊάδων, εξ ης εγέννησεν ο Πηνειός τον Υψέα, και την Ϛίλβην.

ϟΕ'. Π ρ α ξ ι δ ί κ η. Νύμφη της Λυκίας, εξ ης εγέννησεν
ο Τρημίλητος τον Κράγον, απο το οποίου ωνομάσθη το όρος της Λυκίας Κράγος.

ϟϚ'. Κ υ ρ ή ν η, εξ ης εγέννησεν ο Απόλλων τον Ίδμονα, και τον Αϛέριον, κατά τινας.

ϟΖ'. Χ ρ ο ν ο φ ύ λ η, εξ ης εγέννησεν ο Διόνυσος τον Φλίαντα, αφ' ου ωνομάσθη η Φλιούς και Φλιασία, ως ρηθήσεται εκεί.

ϟΗ'. Α ϛ υ ό χ η, Νύμφη της Πελοποννήσου, εξ ης εγέννησεν ο Πέλοψ τον Χρύσην, τον οποίον ήρπασεν ο Λά
ϊος.

ϟΘ'. Κ λ ε ο χ ά ρ ε ι α, και αυτή της Πελοποννήσου, εξ ης εγέννησεν ο Λέλεξ τον Ευρώταν.

Ρ'. Κ λ υ μ έ ν η, εξ ης εγέννησεν ο Παρθενοπαίος τον Θεσιμένην, άγνωϛον παντάπασιν άλλως.

ΡΑ'. Κ λ υ τ ί α. Αύτη ήτον Νύμφη της Ασίας, και ερωμένη του Ηλίου, του Απόλλωνος δηλονότι · ο Ήλιος όμως, ηγάπα εν τούτοις και την Λευκοθόην, θυγατέρα του Ορχάμου Βασιλέως της Περσίας, και εβδόμου απογόνου του Βήλου. Εννοήσασα δε τούτο η Κλυτία, το εφανέρωσεν εις τον Όρχαμον, εις εκδίκησιν, κινουμένη υπο της ζηλοτυπίας. Ο μεν ουν Όρχαμος έθαψε ζώσαν την Λευκοθόην, μη υποφέρων το όνειδος · ο δε Ήλιος λυπηθείς εις άκρον, και οργισθείς προς την Κλυτίαν, δια την προδοσίαν, ανέβη εις το άρμα αυτού, και έφυγεν. Η δε Κλυτία, η οποία ενόμιζε να τον έχη μόνη δια της σκευωρίας, αφ' ου τον έχασεν ολοτελώς, κατήντησεν εις τοσαύτην αναισθησίαν, υπο της σφοδρότητος του πάθους, ώϛε εϛάθη εννέα ημερονύκτια βλέπουσα προς αυτόν άσιτος και άποτος, έως ου μετεμορφώθη εις το φυτόν Ηλιοτρόπιον λεγόμενον, επειδή τρέπεται, και βλέπει πάντοτε προς τον Ήλιον, ως η Κλυτία τότε. Μετεμόρφωσε δε και την Λευκοθόην ο Ήλιος εις το δένδρον Λίβανον καλούμενον.

ΡΒ'. Ώ ρ α. Νύμφη της Βισαλτίας, εκ της οποίας εγέννησεν ο Ζευς τον Κολάξαν Βασιλέα των Βισαλτών, ος τις είχε τον κεραυνόν εις την ασπίδα εγκεχαραγμένον, εις ενθύμησιν και δείξιν της ευγενείας αυτού.

ΡΓ'. Κ ρ α τ α ι
ΐ ς, η μήτηρ της Σκύλλης. Κατ' άλλους δε, η Εκάτη ήτον μήτηρ της Σκύλ[(λ)]ης · το δε Κραταιΐς ήτον επίθετον της Εκάτης, ως ρηθήσεται εκεί.

ΡΔ'. Ι μ α λ ί α. Νύμφη της Ρόδου, εξ ης εγέννησεν ο Ζευς τρεις υιούς, τον Σπαρταίον, Κρόνιον, και Κύτον, οι οποίοι εβασίλευον εκεί, ότε η Αφροδίτη ήρχετο εκ της Κυθήρου εις την Κύπρον, και επέρασεν εκείθεν. Λέγει δε ο Διόδωρος, οτι κατ' εκείνον τον καιρόν ήτον οι Γίγαντες, προς τα ανατολικά μέρη της νήσου ταύτης · όθεν ελθών εκεί ο Ζευς, και καταπολεμήσας αυτούς, ηγάπησεν ύϛερον την Ιμαλίαν, και εγέννησε τους ρηθέντας υιούς, εν όσω διέτριψεν εκεί.

ΡΕ'. Κ υ λ λ ή ν η. Νύμφη της Αρκαδίας, εξ ης εγέννησεν ο Πελασγός τον Λυκάονα. Απ' αυτής ωνομάσθη, κατά τινας, και το όρος της Αρκαδίας Κυλλήνη. Κατ' άλλους δε, απο του Κυλλήνος υιού του Ελάτου.

ΡϚ'. Κ υ μ ο δ ό κ ε ι α. Νύμφη Θαλάσσιος, εις το σχήμα ταύτης μετεμορφώθη το πλοίον του Αινείου, και εσώθη, ότε ήθελον να καύσουν τον ϛόλον αυτού οι Ρουτούλοι. Ταύτην δε την μεταμόρφωσιν ενήργησεν η Ρέα υπερασπιζομένη τον ϛόλον, επειδή ήτον κατεσκευασμένος εκ των δένδρων της Ίδης του Ιερού όρους αυτής. Οι Λατίνοι ονομάζουσιν αυτήν Doctissimam, επειδή ήτον πεπαιδευμένη και εύγλωττος · όθεν εδίδαξε, και κατέπεισε τον Αινείαν περί της σωτηρίας του ϛόλου αυτού.

ΡΖ'. Κ υ ν ό σ ο υ ρ α. Μία των Ιδαίων Νυμφών, και τροφός του Διός · και απ' αυτής ωνομάσθη ο λιμήν της Κρήτης, και ο περί αυτόν τόπος, Κυνόσουρα. Αυτήν δε κατηϛέρισεν ο Ζευς, και [(ε)]ίναι εις τον Ουρανόν η μικρά Άρκτος καλουμένη. Άλλοι δε λέγουσιν, οτι εκείνη η καταϛεριθείσα ωνομάζετο Ελίκη.

ΡΗ'. Η γ η τ ο ρ ί α. Νύμφη της Ρόδου, εξ της εγέννησεν ο Όχιμος υιός του Ηλίου, την Κυδίππην.

ΡΘ'. Π ε ρ ί β ο ι α. Νύμφη των Ναϊάδων, εξ ης εγέννησεν ο Ικάριος την Πηνελόπην, και άλλα πολλά τέκνα.

ΡΙ'. Δ ά φ ν η. Νύμφη εκ των Ορειάδων, και Πρόμαντις της Γης εις το Μαντείον των Δελφών.

ΡΙΑ'. Δ ρ υ ό π η. Νύμφη της Ιταλίας, εξ ης εγέννησεν ο Φαύνος τον Τάρκιτον.

ΡΙΒ'. Ε σ π ε ρ ί α, ή Ε σ π ε ρ ί ς. Νύμφη της Τρωάδος, και θυγάτηρ του Κεβρήνος ποταμού · ελούσθη ποτέ εις τα ύδατα του πατρός αυτής, έπειτα εκάθητο και εξήρανε την κόμην εις τον Ήλιον. Ιδών δ' αυτήν ο Αίσακος τότε, και θελχθείς, ώρμησε και την εδίωκε · αυτή δε φεύγουσα, επάτησεν όφιν εις τα χόρτα, και κεντρισθείσα υπ' αυτού, απέθανεν · ο δ' Αίσακος λυπηθείς, έπεσεν εις την Θάλασσαν.

ΡΙΓ'. Δ ω ρ ί π π η · εξ ης εγέννησεν ο Άνιος του[(ς)] Οινοτρόπους.

ΡΙΔ'. Ε φ υ δ α τ ί α. Αύτη ήρπασε, κατ' άλλους, τον Ύλαν.

ΡΙΕ'. Β α λ τ ή
· η μήτηρ του Επιμενίδους.

ΡΙϚ'. Ε θ η μ έ α. Νύμφη, και γυνή του Μέροπος Βασιλέως της νήσου Κω, η οποία δεν ήθελε να τιμήση την Άρτεμιν · όθεν, αγανακτήσασα η Άρτεμις ετόξευσεν αυτήν τόσον σφοδρώς, ώϛε, κατέφυγε ζώσα εις την Περσεφόνην, ήτις εδέχθη αυτήν εις τον Άδην · ο δε Μέροψ απεφάσισε να φονευθή μόνος. Αλλ' η Ήρα λυπηθείσα μετεμόρφωσεν αυτόν εις Αετόν, και τον έβαλεν εις τον Ουρανόν.

ΡΙΖ'. Ε υ ν ό
ϛ α. Νύμφη της Βοιωτίας εν τη Τανάγρα, και τροφός του απ' αυτής ονομασθέντος Ευνόϛου · ενταύθα λέγει ο Πλούταρχος, οτι ο Εύνοϛος ούτος ήτον υιός του Ελιέως υιού του Κηφισού, και της Σκιάδος, και νέος ωραίος, σώφρων και δίκαιος. Τούγον ηγάπησε μία θυγάτηρ του Κολωνού και εξαδέλφη αυτού Όχνη καλουμένη · επειδή δε απέρριψε με λοιδορίαν το ζήτημα αυτής, λέγων οτι θέλει το φανερώση εις τους αδελφούς αυτής, διότι είχε και τρεις αδελφούς, Έχεμον, Λέοντα και Βουκόλον ονομαζομένους, προφθάνει αυτή και τον κατηγορεί προς εκείνους, οτι εκείνος εβίαζεν αυτήν · όθεν, ενεδρεύσαντες εφόνευσαν τον Εύνοϛον · ο δε Ελιεύς εφυλάκωσεν αυτούς δια να τους τιμωρήση. Τότε η Όχνη μετανοήσασα, και θέλουσα να ελευθερώση και τους αδελφούς αυτής, και εαυτήν εκ της λύπης του έρωτος, λέγει προς τον Ελιέα πάσαν την αλήθειαν. Ο δε Ελιεύς λέγει την υπόθεσιν προς τον Κολωνόν, ος τις, φαίνεται, οτι ήτον αδελφός αυτού, αν και οι μυθολόγοι δεν αναφέρουσι τοιαύτα τέκνα του Κηφισού · ο δε Κολωνός έκρινε, να αθωωθούν οι υιοί αυτού · η Όχνη όμως έπεσεν απο τινος υψηλού μέρους και εφονεύθη · ούτως εμελώδησεν η Μυρτίς ποιήτρια της Ανθηδόνος, περί τούτων, ως λέγει ο Πλούταρχος.

Ο δε Κλείδαμος άνθρωπος επιφανής, λέγει, οτι ετίμησαν τον Εύνο
ϛον οι Ταναγραίοι, αφιερώσαντες και Ηρώον και Άλσος Ιερόν εις αυτόν, και άβατον εις τας γυναίκας, ώϛε, ότε συνέβαινε σεισμός, ή άλλο τοιούτον Διοσημείον, οι Ταναγραίοι εξέταζον, μήπως εισήλθε γυνή εις το άβατον εκείνο, και δια τούτο εγίνοντο τα σημεία ταύτα. Και πολλάκις είδον τον Εύνοϛον ερχόμενον εις την Θάλασσαν να λουσθή, επειδή εισήλθε γυνή εις το Τέμενος, και εμίανε και το Ιερόν και αυτόν · ταύτα έλεγε και ο Διοκλής εις το περί Ηρώων σύνταγμα αυτού, κατά την μαρτυρίαν του Πλουτάρχου.

ΡΙΗ'. Ε υ ρ υ δ ί κ η. Νύμφη Δρυάς, ωραία εις υπερβολήν, την οποίαν έλαβε γυναίκα ο Ορφεύς, και κατέβη εις τον Άδην δι αυτήν, ως ρηθήσεται εκεί.

ΡΙΘ'.
Κ α β ε ι ρ ώ. Νύμφη της Θράκης, εξ ης εγέννησεν ο Ήφαιϛος τον Ευρυμέδοντα, και τον Άλκονα, οίτινες ωνομάζοντο Κάβειροι απο της μητρός αυτών. Κατ' άλλους δε, η μήτηρ τούτων ήτον εκ της Λήμνου.

ΡΚ'.
Ε υ ρ ύ τ η · εξ ης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Αλιρρόθιον.

ΡΚΑ'. Γ α λ ά τ ε ι α. Νύμφη Θαλάσσιος και θυγάτηρ του Νηρέως και της Δωρίδος, την οποίαν ηγάπησεν ο Κύκλωψ Πολύφημος εις την Σικελίαν, ως είρηται εκεί. Αλλ' εκείνη ηγάπα τον Άκιν.

ΡΚΒ'. Λ ι μ ν α τ ί α, ή Λ ι μ ν ι ά κ η. Νύμφη της Ινδίας και Θυγάτηρ του Γάγγου ποταμού, ήτις εγέννησε τον ωραίον Άτυν, τον οποίον εφόνευσεν ο Περσεύς εις τους γάμους αυτού.

ΡΚΓ'. Γ ν ω σ σ ί α, ή Κ ν ω σ σ ί α, κατ' άλλους, εξ ης εγέννησεν ο Μενέλαος τον Ξενόδαμον, άγνω
ϛον κατά πάντα. [(Ά-γνωστος παρ'ό,τι η μητέρα του λέγεται Γνωσσία. Αντίθεση.)]

ΡΚΔ'. Έ ρ κ υ ν α. Νύμφη της Βοιωτίας και συμπαίκτρια της Περσεφόνης, ήτις είχε μίαν χήνα και έπαιζε με αυτήν ·  επειδή δε επέτασε ποτέ η χήνα, και ήλθεν εις εν σπήλαιον, και εκρύβη υποκάτω εις μίαν πέτραν, ήλθεν η Περσεφόνη και κυλίσασα τον λίθον έλαβεν αυτήν ·  εξήλθε δε ύδωρ εκείθεν εκ του τόπου της πέτρας, και έγινεν ο ποταμός, τον οποίον ωνόμασαν Έρκυναν, απο της Νύμφης ·  ήτον δε και ναός της Ερκύνης προς την όχθην του ποταμού, και άγαλμα παρθένου χήνα κρατούσης ·  ήτον και εις το σπήλαιον, όθεν πηγάζει ο ποταμός, δύο αγάλματα σκήπτρα έχοντα, και δράκοντας εις αυτά τυλιγμένους. Ανεπίγραφα όμως ·  όθεν αμφιβάλλει ο Παυσανίας, αν ήτον του Ασκληπιού και της Υγείας τα αγάλματα, ή του Τροφωνίου και της Ερκύνης ·  επειδή, οι δράκοντες ήτον Ιεροί και του Τροφωνίου ·  το δε σπήλαιον τούτο ήτον εις το Ιερόν Άλσος του Τροφωνίου, πλησίον της Λεβαδίας. Πλησίον του ποταμού τούτου, και και έσωθεν του Άλσους ήτον και ο τάφος του Βοιωτού Αρκεσιλάου, τον οποίον εφόνευσεν ο Έκτωρ εις τον Τρωϊκόν πόλεμον ·  ο δε Λήϊτος, άλλος ϛρατηγός των Βοιωτών, εκόμισε τα οϛά αυτού, και τα έθαψεν εκεί. Πέντε γαρ ήσαν οι ϛρατηγοί των Βοιωτών εν τω πολέμω τούτω, ως ο ποιητής λέγει.

"Βοιωτών μεν Πηνέλεως και Λήϊτος ήρχον, 
Αρκεσίλαός τε, Προθοήνωρ τε, Κλόνιός τε".

ΡΚΕ'.
Ι φ θ ί μ η. Νύμφη Θαλάσσιος, θυγάτηρ του Δώρου, και μία των Δωρίδων, εξ ης εγέννησεν ο Ερμής τους Σατύρους, κατά τινας.

ΡΚ
Ϛ'. Λ ι γ έ α ·  συμπαίκτρια της Κυρήνης.

ΡΚΖ'. Λ ω τ ί ς,  η μεταμορφωθείσα εις το ομώνυμον φυτόν, καταδιωκομένη υπό του Πριάπου, ως είρηται εκεί.

ΡΚΗ'. Μ ε λ α ν ί π π η. Νύμφη της Βοιωτίας, εξ ης εγέννησεν ο Ιτωνός τον Βοιωτόν.

ΡΚΘ'. Μ ε ν δ η ΐ ς,  Νύμφη της Μένδης πόλεως της Θράκης, εξ ης εγέννησεν ο Σίθων την Παλλήνην.

ΡΛ'. Ν ί κ α ι α.  Νύμφη της Φρυγίας, και θυγάτηρ του Σαγγάρεως ποταμού, ωραία εις υπερβολήν, και φιλοκύνηγος ·  όθεν ιδών αυτήν τις ποιμήν νέος, Ύμνος ονομαζόμενος, ετρώθη υπό του έρωτος, και ηκολούθη ενοχλών αυτήν συνεχώς, ώϛε, ετόξευσεν αυτόν αγανακτήσασα. Ο δε Έρως, οργισθείς δια την καταφρόνησιν και τον άδικον θάνατον του νέου, ωρκίσθη να εκδικήση τον θάνατον αυτού ·  όθεν, λαμβάνει τον Διόνυσον και τον φέρει να την ιδή, ότε ελούετο, γυμνήν ·  ετρώθη λοιπόν και ο Διόνυσος, όμως εύρε και αυτός την αυτήν ανθίϛασιν. Μη έχων ουν άλλο μέσον, μετέβαλεν ένα ποταμόν εις οίνον, και έπιεν εκείθεν πολύ η Νίκαια, διψασμένη ούσα, και κουρασμένη ·  όθεν εμέθυσε και έπεσεν ως νεκρά ·  και τότε καθύβρισεν αυτήν ο Διόνυσος, και εγέννησεν υιόν Τηλήτην λεγόμενον. Κατ' άλλους δε, εγέννησε τους Σατύρους εξ αυτής ·  εκείνη δε μη δυναμένη να εκδικηθή, και μη υποφέρουσα το όνειδος και την καταισχύνην, εκρεμάσθη, και ούτως εκδικήθη ο θάνατος του Ύμνου. Ο Διόνυσος όμως, κτίσας εκεί πόλιν, ωνόμασεν αυτήν Νίκαιαν εις τιμήν και ενθύμησιν αυτής.

ΡΛΑ'. Ο ι ν η ΐ ς ·  εξ αυτής εγέννησεν ο Ζευς τον Πάνα, κατά τινας.

ΡΛΒ
'. Φ ε ρ ω ν ί α. Νύμφη της Ιταλίας, και μήτηρ του Ηρίλου, βασιλέως της Πραινέϛης, ος τις είχε τρία σώματα και τρεις ψυχάς ·  όθεν, δια να τον φονεύση ο Εύανδρος εντελώς, έπρεπε να τον φονεύση τρις.

ΡΛΓ
'. Π ε ρ ι ϛ έ ρ α. Νύμφη και σύνοικος της Αφροδίτης ·  επειδή δε ο Έρως, φιλονεικήσας ποτέ με την μητέρα αυτού εκαυχήθη, οτι δύναται να συνάξη περισσότερα άνθη, και η Περιϛέρα εβοήθησε την Αφροδίτην και εκέρδησεν εκείνη, συνάξασα περισσότερα, ωργίσθη ο Έρως, εννοήσας το πράγμα, και μετεμόρφωσεν αυτήν εις το ομώνυμον όρνεον, την περιϛεράν, και έκτοτε έμεινεν η περιϛερά Ιερά της Αφροδίτης. Κατ' αλήθειαν όμως, η περιϛερά καθιερώθη εις την Αφροδίτην, δι' άλλην αιτίαν, ως είρηται εκεί. Εχρημάτισε δε και τις γυνή ασελγής εις την Κόρινθον Περιϛέρα ονομαζομένη. Και δια τούτο ηλληγορήθη, κατά τινας, οτι η Περιϛέρα ήτον σύνοικος, και έλαβε και το μέρος της Αφροδίτης.

ΡΛΔ
'. Φ ά σ ι ς ·  ηγάπησεν αυτήν ο Διόνυσος, και την κατεδίωκεν ·  αυτή δε φεύγουσα ακαταπαύϛως, απέκαμε, και έπεσεν ως νεκρά ·  όθεν μετεμόρφωσεν αυτήν εις τον ομώνυμον ποταμόν.

ΡΛΕ
'. Π ε ι σ ι δ ί κ η ·  εξ ης εγέννησεν ο Χείρων τον Χάρικλον. 

ΡΛ
Ϛ'. Πίτυς ·  την οποίαν ηγάπησεν ο Βορέας, και έρριψεν αυτήν αφ' ενός κρημνού, και την εφόνευσεν, επειδή προέκρινε τον Πάνα ·  η Γη όμως λυπηθείσα, εβλάϛησε το ομώνυμον δένδρον, εις τιμήν αυτής.

ΡΛΖ
'. Πλωτώ, ή Πλωτή, ή Πλωτίς.  Νύμφη της Βερεκυνθίας, ή κατ' άλλους, θυγάτηρ του Ωκεανού, ή του Κρόνου, εξ ης εγέννησεν ο Ζευς τον Τάνταλον, κατά τινας.

ΡΛΗ
'. Πολυξώ ·  εξ ης εγέννησεν ο Δαναός δώδεκα θυγατέρας, ως ρηθήσεται εκεί.

ΡΛΘ
'. Ί σ σ α.  Νύμφη της Λέσβου ·  εξ ης εγέννησεν ο Ερμής τον Μάντιν Πρόλιν. Απ' αυτής ωνομάζετο ποτέ και η Λέσβος Ίσσα.

ΡΜ'. Ρ ή ν η.  Νύμφη της Σαμοθράκης, εξ ης εγέννησεν ο Ζευς, ή ο Ερμής, κατ' άλλους, τον Σάωνα.

ΡΜΑ'. Ρ ή ν η.  Άλλη, Νύμφη των Λοκρών, εξ ης εγέννησεν ο Οϊλεύς τον Αίαντα.

ΡΜΒ'. Σ α λ μ α κ ί ς.  Νύμφη της Καρίας, η οποία διέτριβεν εις μίαν ωραιοτάτην και καθαρωτάτην πηγήν της Καρίας, Ναϊάς ούσα. Αύτη μόνον δεν ηγάπα το κυνήγιον, ως αι αδελφαί αυτής ·  αλλ' ελούετο συνεχώς εις την πηγήν, εκτενίζετο, και κατωπτρίζετο εις τα νερά της πηγής ·  εφόρει και φόρεμα κατάλευκον, λεπτότατον, και διαφανές. Αφ' ου δε εκαλλωπίζετο ούτως, εξήρχετο εις τους λειμώνας και ανθολογούσεν ·  οίον, εσύναζεν άνθη ·  έπειτα ανεπαύετο εις τα χόρτα και φύλλα. Καταγινομένη λοιπόν εις τα τοιαύτα, είδε τον Ερμαφρόδιτον διαβαίνοντα εκείθεν, και ετρώθη τόσον υπό του κάλλους αυτού, ώϛε, πρώτον μεν εκαλλωπίσθη κατά την συνήθειαν αυτής, έπειτα δε πλησιάσασα λέγει προς αυτόν ·  νέε, Θεός είσαι, ή θνητός; Αν είσαι Θεός, βεβαίως εσύ είσαι ο Έρως ·  αν δε είσαι θνητός, μακάριοι οι γονείς σου, μακαρία και η αδελφή σου η έχουσα τοιούτον αδελφόν ·  τρισμακαρία δε η γυνή σου! Αν όμως δεν έχεις γυναίκα, ϛέρξε να δεχθής εμέ γυναίκα σου νόμιμον. Δεν ενήργησαν όμως αυτά παντελώς εις την καρδίαν του νέου. Τέλος δε, μετά πολλάς δεήσεις και ικεσίας, βλέπουσα ϛαθεράν την ανθίϛασιν, εναγκαλίζεται αυτόν, και περιπλέκεται ούτως, ώϛε ήτον αδύνατον να ελευθερωθή ο νέος εκ των χειρών αυτής. Αγωνιζόμενοι λοιπόν ούτως, ο μεν να ελευθερωθή, εκείνη δε να τον εμποδίση, έπεσον κατά γης ·  και τότε παρεκάλεσεν η Σαλμακίς τους Θεούς, να μη την αποχωρίσουν απ' αυτού ·  οι δε Θεοί ήνωσαν αυτούς αμφοτέρους εις εν σώμα, και ούτως εσχηματίσθη ο θρυλλούμενος Ερμαφρόδιτος, ως ρηθήσεται και εκεί. Έπειτα δε, παρεκάλεσε πάλιν τους Θεούς, και έδωκαν τοιαύτην δύναμιν εις το ύδωρ της πηγής εκείνης, ώϛε, όσοι άνδρες ελούοντο εις αυτήν, εγίνοντο Ερμαφρόδιτοι. Και ταύτα μεν έπλασαν οι Ποιηταί.

Ο δε Ϛράβων λέγει, οτι η Σαλμακίς ήτον εις την Αλικαρνασσόν, και οτι, ουχί το ύδωρ της πηγής, αλλ' η τρυφή και ακολασία των εγκατοίκων είχε την ενέργειαν ταύτην, να εκθηλύνη τους άνδρας. Άλλοι δε λέγουσιν, οτι η αποικία των Αργείων εδίωξε τους εκεί βαρβάρους εις τα όρη, όπου μη έχοντες ύδωρ, κατέβαινον και ελάμβανον εκ της πηγής ταύτης. Και ούτω, συναναϛρεφόμενοι με τους Έλληνας, λαμβάνοντες και τροφάς παρ' αυτών, εξημερώθησαν, και τους εδέχθησαν ύϛερον οι Έλληνες συνοίκους ·  όθεν το πλάσμα.

ΡΜΓ'. Σ υ λ λ ί ς.  Νύμφη της Σικυωνίας, εξ ης εγέννησεν ο Απόλλων τον Ζεύξιππον Βασιλέα της Σικυώνος.

ΡΜΔ'. Σ ύ ρ ι γ ξ.  Θυγάτηρ του Λάδωνος ποταμού, και μία των Ναϊάδων, την οποίαν κατεδίωκεν ο Παν έως ου μετεμορφώθη εις κάλαμον, ως είρηται εκεί.

ΡΜΕ'. Θ α λ ί α. Νύμφη της Σικελίας, και του ποταμού Σιμαίθου, εγκαϛρώθη υπό του Διός, και φοβουμένη την Ήραν, παρεκάλεσε την Γην να την καταπιή, όπερ και εγένετο.

ΡΜ
Ϛ'. Θ έ μ ι ς. Νύμφη της Αρκαδίας, και μήτηρ του Ευάνδρου, κατά τινας, η Καρμέντα υπό των Λατίνων λεγομένη.

ΡΜΖ'. Θ η ρ α μ έ ν η ·  εξ ης ο Κύρνος εγέννησε τον Αϛραίον, και απ' αυτής ωνομάσθη η Νήσος Θηραμένη.

ΡΜΗ'. Θ ί σ β η. Νύμφη της Βοιωτίας, ή θυγάτηρ του Ασωπού, αφ' ης ωνομάσθη η πόλις της Βοιωτίας Θίσβη, όθεν ήτον ο Ισμηνίας ο περίδοξος αυλητής. Η πόλις αύτη είχε πολλάς περιϛεράς ·  όθεν ο Όμηρος λέγει αυτήν πολυτρήρωνα.

ΡΜΘ'. Θ ο ώ σ α ·  εξ ης εγέννησεν ο Ποσειδών τον Φόρκυν, κατά τινας.

ΡΝ'. Α ρ κ α δ ί α. Νύμφη της Αρκαδίας, εξ ης εγέννησεν ο Νύκτιμος την Φιλονόμην, την φιλοκύνηγον, την οποίαν φθείρας ο Άρης, εγέννησε τον Λύκαϛον, και Παρράσιον.

ΡΝΑ'. Ά ρ γ η, φιλοκύνηγος. Διώκουσα δε ποτέ Έλαφον, είπε, προς αυτήν ·  αν είχες και του Ηλίου την ταχύτητα, εγώ πάλιν έπρεπε να σε φθάσω. Όθεν οργισθείς ο Ήλιος, μετεμόρφωσεν αυτήν εις σκύλαν.

ΡΝΒ'. Δ η ϊ ό π ε ι α ·  θυγάτηρ του Νηρέως και της Δωρίδος, μία των δεκατεσσάρων Νυμφών, τας οποίας είχεν η Ήρα υπηρέτιδας, και η ωραιοτάτη πασών των άλλων. Ταύτην υπεσχέθη να δώση η Ήρα γυναίκα προς τον Αίολον, αν απολύση τους ανέμους, και συντρίψη τον ϛόλον του Αινείου.

ΡΝΓ'. Δ ρ υ ά ς. Νύμφη της Ιταλίας, και θυγάτηρ του Φαύνου
·  ήτον δε τόσον σώφρων, ώϛε δεν εφάνη ποτέ εις άνδρας ·  όθεν και εις τας θυσίας αυτής δεν ήτον άδεια να παρευρίσκωνται άνδρες.

ΡΝΔ'. Υ ά λ η. Μία των υπηρετίδων της Αρτέμιδος, ήτις έλουε την Άρτεμιν, ότε είδεν αυτάς ο Ακταίων.

ΡΝΕ'. Ϛ α φ υ λ ή ·  την οποίαν αγαπήσας ο Διόνυσος, μετεμόρφωσεν εις τον ομώνυμον καρπόν
[(ακριβέστερα σε φυτό αμπέλου)].  

ΡΝ
Ϛ'. Κ υ μ ο π ό λ ε ι α. Θυγάτηρ του Ποσειδώνος, την οποίαν έλαβε γυναίκα ο Εκατόγχειρ Βριάρεως.

ΡΝΖ'. Α ρ ε θ ο ύ σ α, η μεταμορφωθείσα εις πηγήν, και ρηθήσεται εκεί περί αυτής.

Σώζεται ο Ν' Ύμνος του Ορφέως εις αυτάς.
[(Εις τας Νύμφας)]


[(Tέλος Κεφαλαίου ΙΓ')] 

[(Περιεχόμενα "Ωγυγίας")]


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχολιάστε, ρωτήστε, προτείνετε: