Αθανασίου Ϛαγειρίτου
ΩΓΥΓΙΑ

- - - - - - - - -
ΚΕΦΑ'ΛΑΙΟΝ Γ'.
Περί της Ρέας.

Τινές μεν λέγουσιν, οτι η Ρέα, Κυβέλλη, και Βασίλεια, ήτον η αυτή γυνή, ονομαζομένη διαφόρως. Άλλοι όμως αναφέρουσι διαφόρους γεννήσεις, και πράξεις εκάϛης · όθεν φαίνεται οτι ήτον και τα πρόσωπα διάφορα · τέλος δε, επειδή έχει εκάϛη ιδιαιτέραν ιϛορίαν, λέγομεν και ημείς ιδιαιτέρως περί εκάϛης. Και περί μεν της Βασιλείας είρηται εις τον οικείον τόπον · ενταύθα δε λέγομεν περί των λοιπών δύω.

Η Ρέα λοιπόν ήτον θυγάτηρ του Ουρανού και της Γης, και μία των Τιτανίδων. Κατ' άλλους δε, ήτον θυγάτηρ του Πρωτογόνου, και κατ' άλλους, εγεννήθη εκ των πετρών, τας οποίας έρριψεν η Πύρρα μετά τον κατακλυσμόν του Δευκαλίωνος. Ήτον δε γυνή του Κρόνου · και επειδή εκείνος έτρωγε τα τέκνα αυτού, αυτή ήλθεν εις την Κρήτην, και εγέννησε τον Δία μυϛικώς. Κατ' άλλους δε, ήτον γυνή του Άμμωνος πρώτον, και επειδή εκείνος εγέννησε τον Διόνυσον εκ της Αμαλθείας, ως είρηται εκεί, έφυγεν εις την Κρήτην, και έλαβε δεύτερον άνδρα τον αδελφόν αυτής Κρόνον, και εγέννησε τον Δία αιχμάλωτος ούσα του Διονύσου. Κατ' άλλους δε, αυτή εφόνευσε την Ευρυνόμην γυναίκα του Οφίωνος, καθώς και ο Κρόνος τον Οφίωνα, και ούτως έλαβον αυτοί την βασιλείαν.

Μετά δε ταύτα, βασίλισσα ούσα η Ρέα, επενόησε τον τρόπον, πώς να κτίζωσι πόλεις, και φρούρια, και πύργους, εις φύλαξιν και ασφάλειαν του βασιλείου. Διωχθέντες δε εκείθεν υπό του Διός, ο μεν Κρόνος επέρασεν εις την Ιταλίαν, αυτή δε τι έγινεν, είναι άδηλον, και δια ποίαν αιτίαν δεν ήλθε με τον Κρόνον εις την Ιταλίαν. Λέγουσιν όμως τινές, οτι αυτή λαβούσα τους Κούρητας, ή Κορύβαντας, ή Ιδαίους Δακτύλους, οι οποίοι είχον αρχηγούς τον Τιτίαν και Κυληνόν, επέρασεν εις την Φρυγίαν, με την άδειαν του Διός, και κατέϛησεν εκεί τα Όργια, και τελετάς αυτής, περί το όρος Κύβαλον · όθεν ωνομάσθη και Κυβέλλη. Αλλ' η Κυβέλλη έχει άλλην γέννησιν, ως μετ' ολίγον ρηθήσεται. Εκεί λοιπόν ήλθεν ο Διόνυσος, και έμαθε τα Όργια · ήτον δε και μάντις η Ρέα, και εδίδαξεν εκεί την Οινώνην Θυγατέρα του Κεβρήνος, την τέχνην ταύτην. Κατέϛησε και μαντείον, και ιάτρευε πολλάς ασθενείας δια της μαντικής.

Περιήρχετο δε εφ' αμάξης, την οποίαν έσυρον οι λέοντες, συνοδευομένη υπό των Κουρητών, και του Μαρσύου · και ιδούσα ποτέ τινά ποιμένα εις το όρος της Ίδης, νέον και ωραιότατον, Άττιν ονομαζόμενον, κατετρώθη υπό του κάλλους αυτού, ότε ήτον σχεδόν γραία. Όθεν κατεφρόνησε πλέον τον γέροντα και σοφώτατον Μαρσύαν, και ήρχετο συνεχώς εις το όρος, και ελάμβανεν εις την άμαξαν αυτής τον Άττιν. Τέλος δε εχειροτόνησεν αυτόν και Ιερέα, και επιμελητήν του ναού, και των μυϛηρίων αυτής, και τον εξώρκισε να μείνη παρθένος, και πιϛός εις αυτήν. Εκείνος όμως ηγάπησεν ύϛερον άλλην, ως ρηθήσεται εκεί, και δια τούτο οργισθείσα αυτή, [(ως λέγουν οι ενάντιοι)] έρριψε τον δυϛυχή εις μανίαν, ώϛε ευνουχίσθη μόνος, και ενδυθείς γυναικεία φορέματα, έτρεχε πανταχού οδυρόμενος το πάθος, και διδάσκων τα Όργια της Ρέας. Και παρ' αυτού έμαθον αυτά οι Φρύγες όλοι, οι Λυδοί, οι Σαμόθρακες, οι Σύριοι, οίτινες έκτισαν και ναόν της Ρέας · πέραν δε του Ευφράτου δεν εδέχθησαν ούτε αυτόν, ούτε τα Όργια.

Η δε Ρέα μη υποφέρουσα τον χωρισμόν αυτού, ανέβη εις την άμαξαν, έλαβε και τους Κούρητας, και [(ως λέγουν οι ενάντιοι)] έτρεχεν ως μαινομένη εις την Ίδην, και ως έξω φρενών, οδυρομένη και κράζουσα τον Άττιν · οι δε Κούρητες έτρεχον και αυτοί ατάκτως, κράζοντες και αλαλάζοντες γοερώς, ως μαινόμενοι, άλλος μεν αυλών το κέρας, άλλος δε κρούων το κύμβαλον, άλλος κόπτων το αιδοίον αυτού, άλλος έχων λελυμένην την κόμην, και άλλος άλλο τι ποιών, μιμούμενος τον Άττιν, ως συμμετέχοντες δηλονότι του πάθους, προς παρηγορίαν, και κολακείαν της Ρέας.

Κατ' άλλους δε, Βασιλεύς τις της Πεσσινούντος, πόλεως της Φρυγίας, έδωκε την θυγατέρα αυτού γυναίκα εις τον Άττιν, και ότε εώρταζε τος γάμους, έκλεισε τας πύλας της πόλεως, γι[(γ)]νώσκων τον προς τον Άττιν έρωτα, και την ζηλοτυπίαν της Ρέας. Ακούσασα δε η Ρέα τούτο, ώρμησε με ϛράτευμα, και συντρίψασα τας πύλας, εισήλθεν εις την πόλιν, και εύρε τον Άττιν κεκρυμ[(μ)]ένον όπισθεν τινός πίτυος · όθεν είπον τινες, ότι μετεμόρφωσεν αυτόν εις πίτυν · έλαβε δε αυτόν, και έκοψε τα αιδοία αυτού, δια την απιϛίαν. Κατ' άλλους δε, εκείνη ήταν η Άγδιϛις, και εξέμηνεν αυτόν, ώϛε έκοψε μόνος τα αιδοία αυτού. Κατ' άλλους όμως, Άγδιϛις ήτον αυτή η Ρέα, ως ρηθήσεται εκεί · και ταύτα μεν περί της Ρέας.


[(Tέλος Κεφαλαίου Γ')]

[(Περιεχόμενα "Ωγυγίας")]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχολιάστε, ρωτήστε, προτείνετε: